Η καταστροφική εισβολή της πανδημίας δοκίμασε τις αντοχές των διάφορων υγειονομικών συστημάτων, αναδεικνύοντας το γεγονός ότι, η υγεία είναι κατ’ εξοχήν δημόσιο αγαθό. Το ελληνικό σύστημα υγείας με τις όποιες ελλείψεις και ατέλειές του, ανταποκρίθηκε καλύτερα από άλλους τομείς του δημόσιου τομέα, αλλά και συγκριτικά με άλλες ανεπτυγμένες χώρες. Το παράδοξο είναι ότι η Ελλάδα τροφοδοτεί με γιατρούς την Ευρώπη, αφού κάθε χρόνο μεταναστεύουν περισσότεροι από 1.000 δικοί μας γιατροί με προορισμό κυρίως την Γερμανία και την Μ. Βρετανία αλλά και τις πλούσιες Αραβικές χώρες της Μέσης Ανατολής.
Εκτιμάται ότι σήμερα μόνο στην Ευρώπη απασχολούνται περίπου 10.000 Έλληνες γιατροί, βοηθώντας στην αντιμετώπιση της πανδημίας και των ελλείψεων που υπάρχουν εκεί σε ιατρικό δυναμικό υψηλού επιπέδου. Η «μικρή, φτωχή πλήν έντιμος Ελλάς», παράγει πολλούς και καλούς γιατρούς για να βοηθήσει τον πλούσιο ευρωπαϊκό βορρά στον τομέα της υγείας ! Πρόκειται για μια πολύ ακριβή πολυτέλεια με μεγάλο κόστος για τη χώρα μας που οφείλεται στην μεγάλη αναντιστοιχία του εκπαιδευτικού μας συστήματος με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.
Στις υψηλού επιπέδου ελληνικές Πανεπιστημιακές ιατρικές σχολές παράγεται η μεγαλύτερη αναλογία γιατρών στον κόσμο σε σχέση με τον πληθυσμό. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, στην Ελλάδα αναλογούν 6,3 γιατροί ανά 1.000 κατοίκους, έναντι 3,3 που είναι ο μέσος όρος για τις χώρες-μέλη του διεθνούς αυτού οργανισμού. Κάθε χρόνο αποφοιτούν περίπου 1.000 γιατροί από τα ελληνικά Πανεπιστήμια και κάθε χρόνο περισσότερο από 1.000 γιατροί δραπετεύουν στο εξωτερικό σε αναζήτηση μιας καλύτερης μοίρας.
Πρωταθλητές σε
αριθμό φαρμακείων, μεγάλες ελλείψεις σε νοσηλευτές,
Αλλά και όσον αφορά τον αριθμό των φαρμακείων και φαρμακοποιών, η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στην Ευρώπη. Έχουμε την υψηλότερη αναλογία φαρμακείων σε σχέση με τον πληθυσμό μας. Με περίπου 10.000 φαρμακεία, είμαστε μακράν πρώτοι με το πιο πυκνό δίκτυο στην Ευρώπη, αφού αντιστοιχούν 84 φαρμακεία ανά 100.000 κατοίκους. Στη 2η θέση βρίσκεται η Κύπρος, με 56 φαρμακεία ανά 100.000 κατοίκους, και η Βουλγαρία με 51 φαρμακεία ανά 100.000 κατοίκους. Αντίθετα στη Δανία αντιστοιχούν 7 φαρμακεία σε 100.000 κατοίκους, στην Ολλανδία 12 και στη Σουηδία 14 αντίστοιχα.
Και ενώ έχουμε πληθώρα γιατρών και φαρμακοποιών, αντίθετα, έχουμε μεγάλες ελλείψεις σε νοσηλευτές που είναι απαραίτητοι για το σύστημα υγείας και ειδικότερα για την αντιμετώπιση καταστάσεων όπως η πανδημία του Covid-19. Στην Ελλάδα αντιστοιχούν 3,6 νοσηλευτές ανά 1.000 κατοίκους, όταν ο μέσος όρος των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ είναι 9,1 νοσηλευτές ανά 1.000 κατοίκους. Ειδικότερα σε ανεπτυγμένες χώρες όπως η Νορβηγία και η Δανία, αντιστοιχούν περισσότεροι από 14 νοσηλευτές σε 1.000 κατοίκους, με πρωταθλήτρια την Ελβετία όπου η αναλογία είναι 17,4 προς 1.000 αντίστοιχα. Κατά μέσο όρο, στις χώρες του ΟΟΣΑ η αναλογία νοσηλευτών/τριών σε σχέση με τους γιατρούς είναι 3 προς 1, όταν στην Ελλάδα είναι 0,6 προς 1. Σε χώρες όπως η Φινλανδία, η Ιαπωνία, η Ιρλανδία και η Δανία η αντιστοιχία είναι τουλάχιστον 4,5 νοσηλευτές/τριες ανά γιατρό.
Τεράστιο ανθρώπινο
και οικονομικό κόστος
Μια ιδιαίτερα ηχηρή διαπίστωση που προκύπτει είναι το γεγονός ότι, οι Έλληνες γιατροί είναι ένα από τα καλύτερα εξαγώγιμα «προϊόντα» μας. Όμως, από τις «εξαγωγές» αυτές αντί να κερδίζουμε, αιμορραγούμε σε ανθρώπινο δυναμικό και σε συνάλλαγμα. Το ανθρώπινο και οικονομικό κόστος για τη χώρα μας είναι τεράστιο. Στις ελληνικές ιατρικές σχολές, εισέρχονται οι καλύτεροι μαθητές λόγω των υψηλών βάσεων εισαγωγής. Το κόστος εκπαίδευσης ενός γιατρού για την οικογένειά του και το κράτος, υπολογίζεται ότι ανέρχεται σε 250.000 ευρώ. Με άλλα λόγια, όχι μόνο χάνουμε τα καλύτερα παιδιά μας, αλλά κάθε χρόνο έχουμε απώλειες της τάξης των 250 εκ. ευρώ από αυτό το μαζικό brain drain, το οποίο επωφελούνται ανέξοδα κυρίως οι Ευρωπαίοι εταίροι μας.
Μια άλλη
δυσάρεστη συνέπεια είναι το σχετικά αυξημένο κόστος της υγειονομικής περίθαλψης
του ελληνικού πληθυσμού. Η αναλογία γιατρών σε σχέση με τους νοσηλευτές και το
υπόλοιπο βοηθητικό υγειονομικό προσωπικό, βαραίνει δραματικά υπέρ των πρώτων,
οι οποίοι είναι φυσικό να δικαιούνται σχετικά καλύτερες αμοιβές. Αυτό σημαίνει
ότι το συνολικό κόστος της υγειονομικής περίθαλψης είναι δυσανάλογα υψηλό σε
σχέση με την ποιότητα παροχής υπηρεσιών. Επι
πλέον, το αδιέξοδο της υποαπασχόλησης από την οποία πλήττονται πολλοί
γιατροί, μπορεί να οδηγεί ορισμένους απ’ αυτούς στη δημιουργία πλασματικών
αναγκών ιατρικών υπηρεσιών, με αυτονόητα δυσάρεστες συνέπειες για τον πληθυσμό.
Ανάλογες αν και μικρότερης βαρύτητας είναι οι συνέπειες από την υπεραριθμεία
φαρμακείων και φαρμακοποιών, αφού μπορεί να οδηγεί σε πλασματική ζήτηση
φαρμάκων και αυξημένο κόστος συνολικής φαρμακευτικής περίθαλψης.
Επίλογος
Μια λογική διέξοδος στο πρόβλημα είναι, η μείωση των
εισακτέων στις ελληνικές ιατρικές και φαρμακευτικές σχολές και η αυξημένη
δυσχέρεια άσκησης του ιατρικού και φαρμακευτικού επαγγέλματος στην Ελλάδα από
αποφοίτους ιατρικών σχολών του εξωτερικού. Και αντίστοιχα, αναγκαία είναι η
αύξηση του αριθμού των νοσηλευτών και του βοηθητικού υγειονομικού προσωπικού με
ορθολογική κατανομή τους στις μονάδες πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας
περίθαλψης στη χώρα μας, με τακτικούς ελέγχους της παραγωγικότητας εργασίας
κατά περίπτωση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου