13 Οκτ 2014

Έρευνα : Οι αλλαγές στο ελληνικό σύστημα των εργασιακών σχέσεων και των κοινωνικών παροχών στα πλαίσια των τελευταίων εξελίξεων και των μέτρων του Μνημονίου’

Στα πλαίσια των ερευνητικών εργασιών που έγιναν υπο την αιγίδα μου στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, παρουσιάζεται εδώ άλλη μια εξαίρετη εργασία των φοιτητών Μάριου Γούλα και Ανδρέα Φιλιππόπουλου με θέμα"Οι αλλαγές στο ελληνικό σύστημα των εργασιακών σχέσεων και των κοινωνικών παροχών στα πλαίσια των τελευταίων εξελίξεων και των μέτρων του Μνημονίου" Η
εργασία ολοκληρώθηκε πριν από έξι μήνες περίπου και περιέχει δεδομένα μέχρι εκείνη την περίοδο, τα οποία συνθέτουν τον κορμό των συγκλονιστικών μειωτικών ανατροπών που έχουν επέλθει στις εργασιακές σχέσεις και τις κοινωνικές παροχές με την εφαρμογή του μνημονίου σύμφωνα με τις εντολές της τρόϊκα και του Βερολίνου.Η έρευνα έχει καθαρά επιστημονικό χαρακτήρα και εκφράζει την ελεύθερη βούληση και τεκμηριωμένες διαπιστώσεις των νεαρών συντακτών της.



Περιεχόμενα



Η κρίση χρέους στην Ελλάδα[1]

Στην καθημερινή «δημοσιογραφική» γλώσσα υπάρχει σύγχυση στην ορολογία για το ελληνικό πρόβλημα. Συχνά αναφέρεται ως «οικονομική κρίση» η αυξανόμενη ανεργία, η μείωση των πραγματικών εισοδημάτων και η γενική πτώση της ζήτησης. Επίσης αναφέρεται ως «οικονομική κρίση» η ελληνική κρίση χρέους. Τα δύο αυτά διαφέρουν και το πρώτο είναι προτιμότερο να αναφέρεται ως «ύφεση». Έχοντας κάνει αυτή τη διάκριση μπορούμε κατόπιν να εξετάσουμε (i) τα αίτια της ύφεσης, (ii) τα αίτια της κρίσης χρέους και (iii) τη σχέση μεταξύ ύφεσης και κρίσης χρέους.

Αίτια της κρίσης χρέους

Η περίοδος μετά το 1974 υπήρξε περίοδος μεγάλου δανεισμού για την Ελλάδα με συνέπεια τη γρήγορη διόγκωση του χρέους. Μεταξύ του 1980 και 1993 το χρέος εκτινάχτηκε από 28,6% σε 111,6% του ΑΕΠ. Το έλλειμμα την ίδια περίοδο ήταν επίσης υψηλό. Μετά το 1993 η οικονομία μπήκε σε έναν πιο ομαλό δρόμο με στόχο να ικανοποιήσει τα κριτήρια σύγκλισης της συνθήκης του Μάαστριχτ. Χάρη στην επίτευξη υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης και αποκρατικοποιήσεων το χρέος άρχισε να μειώνεται ελαφρά ως ποσοστό του ΑΕΠ και το έλλειμμα έπεσε μέχρι το 1999 κάτω από 3%, πετυχαίνοντας τελικά η Ελλάδα να γίνει μέλος της ΟΝΕ.

Το φθινόπωρο του 2004, ο τότε υπουργός οικονομικών Γιώργος Αλογοσκούφης προχώρησε σε οικονομική απογραφή κατόπιν πίεσης από την Eurostat. Η απογραφή αποκάλυψε αποκρύψεις δαπανών της προηγούμενης κυβέρνησης με αποτέλεσμα να αναθεωρηθούν τα ελλείμματα των προηγούμενων ετών προς τα πάνω. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε μείωση της αξιοπιστίας της χώρας και σε τριετή επιτήρηση από την Ε.Ε.. Την ίδια χρονιά η Eurostat προχώρησε σε αναθεώρηση παλαιότερων ελλειμμάτων της Ελλάδας, από τα οποία προέκυπτε ότι η Ελλάδα δεν ικανοποιούσε ποτέ τα κριτήρια σύγκλισης του Μάαστριχτ αφού ακόμα και την κρίσιμη χρονιά του 1999 εξακολουθούσε να έχει έλλειμμα πάνω από 3%.

Την τριετία 2004-2007 το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώνεται ενώ σημειώνονται υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης με το εθνικό εισόδημα να αυξάνεται κατά 12-15 δισ. τον χρόνο. Από το φθινόπωρο του 2008 όμως, λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης που ξέσπασε τότε, η ελληνική οικονομία εκτροχιάζεται και το έλλειμμα άλλα και το χρέος αρχίζουν να αυξάνονται με γρήγορους ρυθμούς.
Τον Νοέμβριο του 2010 η Eurostat προχώρησε σε αναθεώρηση των ελληνικών ελλειμμάτων των τελευταίων ετών. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά το έλλειμμα του 2006 τοποθετήθηκε στο 5,7% του ΑΕΠ (12,1 δισ. ευρώ), του 2007 στο 6,4% του ΑΕΠ (14,4 δισ. ευρώ), του 2008 στο 9,4% του ΑΕΠ (22,3 δισ ευρώ) και του 2009 στο 15,4% του ΑΕΠ (36,1 δισ. ευρώ). Αντίστοιχα αναθεωρήθηκε προς τα πάνω και το χρέος, με το χρέος του 2009 να αναθεωρείται στο 126,8% του ΑΕΠ που αντιστοιχεί σε 298 δις Ευρώ.

Η κρίσιμη περίοδος 

Έχοντας διαμορφωθεί ένα δυσάρεστο κλίμα για την ελληνική οικονομία ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, που κυβερνούσε με μία μικρή πλειοψηφία 152 βουλευτών, εξαγγέλλει πρόωρες εκλογές για τις 4 Οκτωβρίου 2009.

Υπουργός οικονομικών ανέλαβε ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου ο οποίος κλήθηκε να αντιμετωπίσει μία δραματική κατάσταση. Στις 20 Οκτωβρίου του 2009 ανακοίνωσε στο ECOFIN ότι το έλλειμμα για το 2009 θα εκτιναχτεί στο 12,5% από 6% που το υπολόγιζε η προηγούμενη κυβέρνηση (τελικά το 2010 αναθεωρήθηκε στο 15,4%). Δύο μέρες μετά ο οίκος αξιολόγησης Fitch υποβάθμισε την Ελλάδα από Α σε Α-. 

Παρόλα αυτά η κυβέρνηση απέφυγε να προχωρήσει άμεσα σε λήψη μέτρων δημοσιονομικής εξυγίανσης, με σκοπό να καθησυχάσει τις αγορές. Στο επόμενο διάστημα προχώρησε σε εφαρμογή προεκλογικών της υποσχέσεων, όπως η καταβολή του επιδόματος αλληλεγγύης σε κοινωνικές ομάδες με χαμηλό εισόδημα. 

Συνεπής σ’ ένα βαθμό στις προεκλογικές υποσχέσεις της κυβέρνησης, ήταν και ο προϋπολογισμός για το 2010, που κατατέθηκε στη βουλή στις 20 Νοεμβρίου 2009, ο οποίος περιλάμβανε αυξήσεις, στα όρια του πληθωρισμού, σε χαμηλούς μισθούς και συντάξεις. Ο προϋπολογισμός περιείχε επίσης μέτρα μείωσης δαπανών με περιστολή κρατικής σπατάλης και περικοπές σε λειτουργικές δαπάνες ενώ υπολόγιζε αύξηση εσόδων, κυρίως μέσω της αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής.

Λίγο μετά την κατάθεση του προϋπολογισμού υπήρξε νέα αρνητική εξέλιξη που αφορούσε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας. Στις 8 Δεκεμβρίου ο οίκος Fitch υποβάθμισε για δεύτερη φορά την ελληνική οικονομία στο επίπεδο ΒΒΒ+. Με την σειρά του ο οίκος Standard and Poor's προχώρησε στις 16 Δεκεμβρίου σε υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, κρίνοντας το πρόγραμμα της κυβέρνησης για τη δημοσιονομική εξυγίανση της χώρας ανεπαρκές. Ακολούθησε τρίτη υποβάθμιση της ελληνική οικονομίας, στις 23 Δεκεμβρίου, αυτή την φορά από τον οίκο Moodys.
Από τα μέσα Ιανουαρίου του 2010 ξεκίνησε μία συνεχής άνοδος των spreads, που αναφερόταν συχνά στον τύπο ως ράλι ή κούρσα των spreads. Στις 21 Ιανουαρίου του 2010 το spread των 10ετών ομολόγων ξεπέρασε τις 300 μονάδες και στη συνέχεια ακολούθησε έντονα αυξητική πορεία ξεπερνώντας ακόμα και τις 1000 μονάδες τον Απρίλιο του 2010.

Πρώτο πακέτο οικονομικών μέτρων 

Στα τέλη του Ιανουαρίου του 2010, ο πρωθυπουργός της χώρας βρισκόταν στο Νταβός της Ελβετίας για το ετήσιο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ. Στη διάρκεια του δέχτηκε έντονες πιέσεις από ξένους ηγέτες για άμεση λήψη μέτρων. Λίγο μετά την επιστροφή του από το Νταβός, στις 9 Φεβρουαρίου η κυβέρνηση ανακοίνωσε μέτρα για τον δημόσιο τομέα που περιλάμβαναν πάγωμα μισθών, περικοπές επιδομάτων 10%, περικοπές υπερωριών και οδοιπορικών. 

Δεύτερο πακέτο οικονομικών μέτρων 

Στο επόμενο διάστημα άρχισε να αναφέρεται έντονα το ενδεχόμενο της χρεοκοπίας. Για την αποφυγή του ενδεχομένου η κυβέρνηση έλαβε στις 3 Μαρτίου νέα σκληρά μέτρα. Τα μέτρα αυτά προκάλεσαν αντιδράσεις και έγιναν μεγάλες απεργίες και πορείες στις 5 και 11 Μαρτίου.

1ο Μνημόνιο και τρίτο πακέτο οικονομικών μέτρων 

Η Ελλάδα δεν κατάφερε να βελτιώσει την θέση της στις διεθνείς αγορές παρά την λήψη των μέτρων, με αποτέλεσμα να προσφύγει στην βοήθεια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που συγκρότησαν από κοινού μηχανισμό βοήθειας για την Ελλάδα. Η ανακοίνωση της προσφυγής στον μηχανισμό στήριξης έγινε στις 23 Απριλίου από τον πρωθυπουργό ο οποίος βρισκόταν εκείνη την ημέρα στο Καστελόριζο. Στις 3 Μαΐου 2010, η Ελλάδα προχώρησε σε υπογραφή μνημονίου, αιτούμενη €80δις από τις υπόλοιπες (15) χώρες του Ευρώ και €30δις από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Την αίτηση συνόδευαν 3 συνημμένα μνημόνια:

1.      "Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής" (ΜΟΧΠ),
2.      "Τεχνικό Μνημόνιο Συνεννόησης" (ΤΜΣ) και
3.      "Μνημόνιο Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής" (ΣΠΟΠ).
Υπογράφοντες για την ελληνική πλευρά ήταν ο Υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου και ο Πρόεδρος της Τράπεζας της Ελλάδος Γεώργιος Προβόπουλος. Στις 8 Μαΐου 2010 εγκρίθηκε "Σύμβαση Δανειακής Διευκόλυνσης" ("Loan Facility Agreement") με τις χώρες του Ευρώ και "Διακανονισμός Χρηματοδότησης Αμέσου Ετοιμότητας" ("Stand-by Agreement") με το ΔΝΤ. Το σύνολο αυτών των συμφωνιών ονομάζεται συχνά για συντομία "Μνημόνιο".

Στη συνέχεια σχηματίστηκε ομάδα εκπροσώπων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΕΕ), της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), γνωστή και ως "Τρόικα", η οποία ανά τρίμηνο αξιολογεί την πρόοδο του προγράμματος εφαρμογής των όρων του "Μνημονίου" (ΜΟΧΠ και ΣΠΟΠ) και αποφασίζει για την εκταμίευση της αντίστοιχης δόσης του δανείου.

Το μνημόνιο υπερψηφίστηκε επί της αρχής από τη βουλή την επόμενη μέρα, στις 6 Μαΐου. Υπέρ ψήφισαν 172 βουλευτές, από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ και του ΛΑΟΣ, αλλά και η Ντόρα Μπακογιάννη από τον χώρο της ΝΔ (η οποία όμως καταψήφισε τα μέτρα που αφορούσαν περικοπές και μειώσεις στην ψηφοφορία κατ' άρθρο και υπερψήφισε το πακέτο επί της αρχής και επί των διαρθρωτικών αλλαγών). Από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ, διαφοροποιήθηκαν και δεν τα υπερψήφισαν τρεις βουλευτές (Γιάννης Δημαράς, Σοφία Σακοράφα και Βασίλης Οικονόμου) οι οποίοι αμέσως διεγράφησαν από την κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος, που απέμεινε πλέον με 157 βουλευτές.

Επαναδιαπραγμάτευση τον Μάρτιο του 2011 

Στις 12 Μαρτίου 2011 υπήρξε συμφωνία για μείωση του ποσοστού δανεισμού κατά 1 ποσοστιαία μονάδα και επιμήκυνση του χρόνου απόσβεσης στα 7.5 χρόνια.

Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015 

Στο επόμενο διάστημα που ακολούθησε την ψήφιση του τρίτου πακέτου μέτρων και της μεγάλης απεργίας της 5ης Μαΐου, άρχισαν να φαίνονται οι συνέπειες των μέτρων. Η ανεργία  και ο πληθωρισμός άρχισαν να εκτινάσσονται ενώ οι μικροεπιχειρήσεις έβλεπαν τον τζίρο τους συνεχώς να μειώνεται με αποτέλεσμα να οδηγούνται όλο και περισσότερες στο κλείσιμο, γεγονός που περιγραφόταν ως κύμα λουκέτων. Στις 9 Δεκεμβρίου 2010 η κυβέρνηση κατέθεσε στη βουλή το πολυνομοσχέδιο για τα εργασιακά και τις ΔΕΚΟ.  

Το πολυνομοσχέδιο υπερψηφίστηκε στις 15 Δεκεμβρίου από τους βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος με εξαίρεση τον βουλευτή Βαγγέλη Παπαχρήστο, ο οποίος διεγράφη από την κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ, η οποία απέμεινε πλέον με 156 βουλευτές. Το 2010 έκλεισε με το χρέος να αγγίζει το 142,8% του ΑΕΠ και το έλλειμμα στο 10,5%. Παράλληλα η οικονομία συρρικνώθηκε 4,5%
Το 2011 η δυσαρέσκεια στην κοινωνία από την μεγάλη οικονομική ύφεση ήταν έντονη. Η πραγματική οικονομία εξακολούθησε να επιδεινώνεται με συνέχιση του αποκαλούμενου κύματος λουκέτων στην αγορά και την ανεργία να συνεχίζει να καλπάζει φτάνοντας τον Μάρτιο σε ποσοστό 16,2%.

Στα μέσα Ιουνίου ήρθαν στο φως στοιχεία που έδειχναν μεγάλη απόκλιση της ελληνικής οικονομίας από τους στόχους και σημαντική υστέρηση εσόδων. Στις 14 Ιουνίου ανεξαρτητοποιήθηκε ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Γιώργος Λιάνης, με αποτέλεσμα το κυβερνών κόμμα να απομείνει με 155 βουλευτές. Στις 15 Ιουνίου ξεκίνησε η συζήτηση στη βουλή για το Μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα. Στο εξωτερικό της βουλής υπήρξαν ογκώδεις διαδηλώσεις από το κίνημα των αγανακτισμένων και συνδικάτα που παρέμειναν μέχρι τις βραδινές ώρες. 

Στις 16 Ιουνίου παραιτήθηκαν δύο βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, οι Γιώργος Φλωρίδης και Έκτορας Νασιώκας. Την ίδια μέρα 21 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ ζήτησαν σύγκληση της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος, η οποία κατέληξε σε απόφαση για ανασχηματισμό. Νέος υπουργός οικονομικών ανέλαβε ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Επίσης ανέλαβε και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Στις 29 Ιουνίου έγινε η ψηφοφορία στη βουλή για το μεσοπρόθεσμο, ενώ έξω από τη βουλή υπήρχαν ογκώδεις συγκεντρώσεις πολιτών και συνδικάτων. Στο κέντρο της Αθήνας υπήρχε μία πρωτοφανής συγκέντρωση αστυνομικών δυνάμεων. Δρόμοι είχαν αποκλειστεί ενώ μπροστά στη βουλή είχε στηθεί ένας μεταλλικός φράκτης για να εμποδίζει την διέλευση προς το χώρο αυτό. Η κατάσταση αυτή οδήγησε σε ξέσπασμα σοβαρών επεισοδίων με συγκρούσεις διαδηλωτών και δυνάμεων των ΜΑΤ που εφάρμοσαν άγρια καταστολή. Τελικά, το "Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015", ψηφίστηκε από 155 βουλευτές (154 του ΠΑΣΟΚ και 1 της ΝΔ). Από το ΠΑΣΟΚ ψήφισε κατά μόνο ο Παναγιώτης Κουρουμπλής ενώ από τη ΝΔ ψήφισε υπέρ μόνο η Έλσα Παπαδημητρίου.

Αποκλίσεις από τους στόχους και νέα μέτρα 

Μέσα στον Ιούλιο υπήρξε σύνοδος κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα χρέους της Ελλάδας αλλά και να εξευρεθούν τρόποι θωράκισης του Ευρώ απέναντι σε κερδοσκοπικές επιθέσεις. Η σύνοδος κορυφής κατέληξε την 21η Ιουλίου σε συμφωνία νέας δανειοδότησης της Ελλάδας. Η συμφωνία περιλάμβανε νέο δάνειο για την χώρα ύψους 158 δις Ευρώ. Από αυτά τα 109 δις θα προέλθουν από την ΕΕ και το ΔΝΤ (49 δις από αυτά είναι το υπόλοιπο από το πρώτο πακέτο διάσωσης), 37 δις από τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, ενώ άλλα 12 δις θα προέλθουν από την επαναγορά ομολόγων. Ακόμη προβλέπεται η επιμήκυνση από 15 έως και 30 χρόνια των ομολόγων που λήγουν από το άμεσο διάστημα έως το 2020. Μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας οι οίκοι αξιολόγησης Fitch και Moodys υποβάθμισαν την Ελλάδα σε καθεστώς περιορισμένης χρεοκοπίας. 

Παρόλα αυτά η συμφωνία χαιρετίστηκε με αισιοδοξία στο εσωτερικό της χώρας, χαρακτηρίστηκε ιστορική και παρομοιάστηκε με το πακέτο Μάρσαλ της μεταπολεμικής περιόδου. Σύντομα όμως το κλίμα αισιοδοξίας μεταστράφηκε όταν παρουσιάστηκαν προβλήματα με κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έδειξαν απροθυμία να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα χωρίς εγγυήσεις. Η κυβέρνηση προχώρησε σε διμερή συμφωνία με την Φινλανδία παρέχοντάς της εγγυήσεις για να συμμετάσχει στο δεύτερο δάνειο της Ελλάδας. Η συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών προκάλεσε άμεσα αντιδράσεις άλλων χωρών της Ευρωζώνης, όπως η Αυστρία, η Ολλανδία και η Σλοβακία που απαίτησαν αντίστοιχες συμφωνίες. άλλα και της Γερμανίας που παρενέβη για να θέσει άκυρη τη συμφωνία Ελλάδας-Φινλανδίας.

Στο τέλος Αυγούστου ανακοινώθηκε πως η οικονομία της Ελλάδας βρισκόταν εκτός στόχων, καθώς υπήρχε μεγάλη υστέρηση εσόδων και αύξηση δαπανών.  Η κατάσταση αυτή συνεπικουρούμενη και από την απειλή της τρόικας για την μη καταβολή της έκτης δόσης του δανείου του πρώτου πακέτου διάσωσης, οδήγησε την κυβέρνηση σε μία σειρά έκτακτων συμπληρωματικών μέτρων τα οποία ανακοινώθηκαν κατά τη διάρκεια του Σεπτεμβρίου.

Οι ανακοινώσεις και οι εξαγγελίες των νέων μέτρων οδήγησαν σε μία σειρά μεγάλων απεργιών, διαδηλώσεων και καταλήψεων σε δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμούς. Στις 11 Οκτωβρίου, ανακοινώθηκε ότι η τράπεζα Proton Bank ζήτησε κεφαλαιακή ενίσχυση από την Ελληνική Κυβέρνηση και εντάχθηκε στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Η απόφαση του Υπουργείου Οικονομικών πάρθηκε έπειτα από απαίτηση της Τράπεζας της Ελλάδος. Ουσιαστικά πρόκειται για την πρώτη κρατικοποίηση που προέκυψε κατά την διάρκεια της κρίσης χρέους.
Στις 6 Οκτωβρίου κατατέθηκε στη βουλή το πολυνομοσχέδιο για το νέο βαθμολόγιο-μισθολόγιο του δημοσίου, τις μειώσεις σε κύριες και επικουρικές συντάξεις, τις μειώσεις στο εφάπαξ, την νέα φορολογική κλίμακα και τις αλλαγές στα εργασιακά. 



Το πολυνομοσχέδιο ψηφίστηκε από το Ελληνικό Κοινοβούλιο στις 20 Οκτωβρίου, με 154 ψήφους υπέρ κατ'αρχήν και 153 υπέρ σε όλα τα άρθρα, σε σύνολο 298. Κατά επί της αρχής και επί των άρθρων ψήφισαν 144, ενώ η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Λούκα Κατσέλη καταψήφισε μόνο το άρθρο 37 του νομοσχεδίου, με συνέπεια ανάμεσα στην ψηφοφορία και την ανακοίνωση του αποτελέσματος, με επιστολή του στον πρόεδρο της Βουλής ο Γιώργος Παπανδρέου να την θέσει εκτός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑ.ΣΟ.Κ.

Κούρεμα του χρέους

Στις 23 Οκτωβρίου συγκλήθηκε έκτακτη σύνοδος κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης με στόχο την κατάρτιση ενός οριστικού σχεδίου αντιμετώπισης της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη. Η σύνοδος κατέληξε σε συμφωνία που ανακοινώθηκε τα ξημερώματα της 27ης Οκτωβρίου και απέβλεπε σε «κούρεμα» κατά 50% του ελληνικού χρέους και πρόσθετο πακέτο βοήθειας προς την Ελλάδα ύψους 130 δις €. Με βάση την συμφωνία οι ιδιώτες θα αποδεχτούν σε εθελοντική βάση, μείωση της αξίας των ελληνικών ομολόγων που διαθέτουν κατά 50%. 

Η συμφωνία θα συνοδεύεται από πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής με διάρκεια μέχρι το 2021 και δημιουργία μηχανισμού μόνιμης εποπτείας της Ελλάδας για την συνεχή παρακολούθηση της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων. Παράλληλα αποφασίστηκε η ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών με ποσό ύψους 30 δις € και αύξηση κατά ένα τρις € των κεφαλαίων του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Οι αποφάσεις της συνόδου κορυφής χαιρετίστηκαν θετικά από την κυβέρνηση ενώ αποδοκιμάστηκαν από όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία έκαναν λόγο για απόφαση ελεγχόμενης χρεοκοπίας της Ελλάδας. Έντονη ανησυχία εκφράστηκε στο εσωτερικό της χώρας για τις επιπτώσεις της συμφωνίας στην εισοδηματική πολιτική των επόμενων ετών, στο μέλλον των ελληνικών τραπεζών και των ασφαλιστικών ταμείων που είναι εκτεθειμένα σε ελληνικά ομόλογα.

Δημοψήφισμα 

Την Δευτέρα 31 Οκτωβρίου ο πρωθυπουργός Γεώργιος Α. Παπανδρέου ανακοίνωσε την απόφαση του για διεξαγωγή δημοψηφίσματος με θέμα την νέα δανειακή σύμβαση. Η απόφαση αυτή προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, άλλα και στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος. Την επόμενη μέρα ανεξαρτητοποιήθηκε η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Μιλένα Αποστολάκη, εκφράζοντας την διαφωνία της στην απόφαση του πρωθυπουργού για το δημοψήφισμα.. Οι εξελίξεις στην Ελλάδα υπήρξαν κύριο θέμα συζήτησης της συνόδου των G-20, στην οποία κλίθηκε και ο Έλληνας πρωθυπουργός. 

Στο περιθώριο της συνόδου υπήρξε συνάντηση της καγκελαρίου της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ και του προέδρου της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί με τον πρωθυπουργό της Ελλάδας. Μετά το τέλος της συνάντησης οι Μέρκελ και Σαρκοζί ανακοίνωσαν πως από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος θα κριθεί στην ουσία η παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη. Ανακοινώθηκε επίσης πως παγώνει η εκταμίευση της έκτης δόσης του παλαιότερου πακέτου διάσωσης μέχρι την διενέργεια του δημοψηφίσματος.

Την Πέμπτη 3 Νοεμβρίου ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός οικονομικών Ευάγγελος Βενιζέλος τάχθηκε κατά της διεξαγωγής δημοψηφίσματος, θεωρώντας ότι «η θέση της Ελλάδας μέσα στο ευρώ είναι μια ιστορική κατάκτηση της χώρας που δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση. Το κεκτημένο αυτό του ελληνικού λαού δεν μπορεί να εξαρτηθεί από την διεξαγωγή δημοψηφίσματος.»

Νέα Κυβέρνηση 

Έχοντας παραιτηθεί από την ιδέα του δημοψηφίσματος, ο πρωθυπουργός κατάφερε στην ψηφοφορία της 4ης Νοεμβρίου να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από τη βουλή, με 153 ψήφους υπέρ (ψήφισε υπέρ και η Λούκα Κατσέλη η οποία στη συνέχεια επανεντάχθηκε στο ΠΑΣΟΚ) και 145 ψήφους κατά. Την Κυριακή 6 Νοεμβρίου συναντήθηκε στο προεδρικό μέγαρο με τον πρόεδρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αντώνη Σαμαρά, ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας. Στην συνάντηση υπήρξε συμφωνία μεταξύ των δύο πολιτικών αρχηγών για σχηματισμό κυβέρνησης 

συνεργασίας. Ακολούθησαν τετραήμερες διαβουλεύσεις με συμμετοχή των κομματικών επιτελείων του ΠΑΣΟΚ, της Νέας Δημοκρατίαςκαι του ΛΑΟΣ, για την επιλογή του προσώπου που θα ηγηθεί στο νέο κυβερνητικό σχήμα. Οι διεργασίες ολοκληρώθηκαν την Πέμπτη 10 Νοεμβρίου οπότε επιλέχτηκε ο Λουκάς Παπαδήμος ως νέος πρωθυπουργός. Η νέα κυβέρνηση που ορκίστηκε την επόμενη μέρα περιλάμβανε έξι στελέχη από τη Νέα Δημοκρατία, τέσσερα από το ΛΑΟΣ, ενώ παρέμεναν σχεδόν όλα τα στελέχη της κυβέρνησης Παπανδρέου.

Την ίδια περίοδο η πραγματική οικονομία συνέχιζε να επιδεινώνεται με την ανεργία να καταγράφει νέο ρεκόρ κατά τον μήνα Αύγουστο φτάνοντας το 18,4% και ακόμα υψηλότερα κατά τον μήνα Νοέμβριο όπου έφτασε, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, στο 20,9%. Η επιδείνωση της οικονομίας αποτυπώνεται στα όλο και συχνότερα περιστατικά υποσιτισμού μαθητών που παρουσιάζονταν σε σχολεία. Στα τέλη Ιανουαρίου του 2012 το υπουργείο παιδείας ανακοίνωσε πρόγραμμα συσσιτίων για μαθητές, για την αντιμετώπιση του προβλήματος.

2ο Μνημόνιο

Τα νέα μέτρα που συνοδεύουν το δεύτερο μνημόνιο εγκρίθηκαν από την Κυβέρνηση στις 10 Φεβρουαρίου 2012 και οδήγησαν σε παραίτηση στελεχών της Κυβέρνησης και αποχώρηση του ΛΑΟΣ λίγες μέρες πριν την ψήφισή του.
Το δεύτερο Μνημόνιο συζητήθηκε στη Βουλή στις 12 Φεβρουαρίου 2012 («Έγκριση των Σχεδίων Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Ε.Τ.Χ.Σ.), της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Τράπεζας της Ελλάδος, του Σχεδίου του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της Ελλάδος και άλλες επείγουσες διατάξεις για τη μείωση του δημοσίου χρέους και τη διάσωση της εθνικής οικονομίας».) και ψηφίστηκε τις πρώτες πρωινές ώρες της 13ης Φεβρουαρίου. Υπέρ ψήφισαν 199 βουλευτές, κατά 74 και 5 ψήφισαν παρών.
Στις 9 Μαρτίου ολοκληρώθηκε με επιτυχία το PSI. Η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα έφτασε το 95,7%. Για τα υπόλοιπα ομόλογα ύψους 8,5 δις δόθηκε παράταση μέχρι τις 20 Απριλίου. Η απόφαση της κυβέρνησης να συμπεριληφθούν ρήτρες συλλογικής δράσης (CACs) θεωρήθηκε πιστωτικό γεγονός από την ISDA και οδήγησε στην ενεργοποίηση των CDS ύψους 3,2 δις.

Εκλογικές αναμετρήσεις και νέα κυβέρνηση 

Στις 11 Απριλίου ο πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος ανακοίνωσε την ημερομηνία των εκλογών. Ημερομηνία διεξαγωγής τους ορίστηκε η 6η Μαΐου. Το αποτέλεσμα των εκλογών της 6ης Μαΐου οδήγησε σε ριζική αλλαγή του πολιτικού τοπίου. Τα ποσοστά των κομμάτων της συγκυβέρνησης συρρικνώθηκαν σημαντικά ενώ εντυπωσιακή υπήρξε η αύξηση των ποσοστών των κομμάτων που εξέφραζαν την εναντίωση τους στην κυβερνητική πολιτική. Από το κατακερματισμένο πολιτικό σκηνικό δεν προέκυψε τελικά κυβέρνηση. Στις 16 Μαΐου ορίστηκε υπηρεσιακή κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Παναγιώτη Πικραμμένο και προκηρύχθηκαν νέες εκλογές για τις 17 Ιουνίου.  Οι εκλογές της 17ης Ιουνίου ανέδειξαν την Νέα Δημοκρατία πρώτο κόμμα, χωρίς όμως αυτοδυναμία. Με την συνεργασία του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ, επιτεύχθηκε σχηματισμός κυβέρνησης συνεργασίας με πρωθυπουργό τον Αντώνη Σαμαρά.

Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 (3ο Μνημόνιο)

Οι διαπραγματεύσεις διαρκείας της κυβέρνησης με την τρόικα κατέληξαν στην κατάρτιση του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2013-2016. Το πολυνομοσχέδιο κατατέθηκε στη βουλή στις 5 Νοεμβρίου, σε ένα άρθρο 216 σελίδων, με τη διαδικασία του κατεπείγοντος. Προέβλεπε μέτρα ύψους 18,9 δις Ευρώ, από τα οποία τα 9,4 δις αφορούν το έτος 2013.  Υπερψηφίστηκε στις 7 Νοεμβρίου με 153 ψήφους από τις κοινοβουλευτικές ομάδες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, στις οποίες υπήρξαν και βουλευτές που διαφοροποιήθηκαν. 

Οι εργασιακές σχέσεις

Ορισμός των εργασιακών σχέσεων[2]

Οι εργασιακές σχέσεις ως επιστημονικός κλάδος, αλλά και ως θέμα της καθημερινής πραγματικότητας, αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της σύγχρονης ζωής. Η πιο γνωστή δημόσια εκδήλωση της λειτουργίας ενός συστήματος εργασιακών σχέσεων είναι η εκδήλωση των απεργιών, δηλ. της προσωρινής διακοπής της εργασίας που επιβάλουν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις με σκοπό να προωθήσουν τα συμφέροντα των μελών τους. Ο σύγχρονος άνθρωπος έχει συνηθίσει να ζει με τις απεργίες που εύστοχα έχει αναφερθεί ότι αποτελούν "το πρωινό γεύμα της δημοκρατίας.

Ο θεσμός του συνδικαλισμού είναι, μαζί με το κοινοβούλιο και την τοπική αυτοδιοίκηση, ένα από τα βάθρα της δημοκρατίας, με τα θετικά και τα όποια αρνητικά του δεδομένα. Αν και τα τελευταία χρόνια, η συνδικαλιστική δράση και η εκδήλωση των απεργιών έχουν χάσει σημαντικό μέρος από την παλιά τους γοητεία, την πολιτική ρητορεία και ευρύτερη απήχηση, δεν παύουν να αποτελούν κυρίαρχο στοιχείο και εσωτερικό δεδομένο των κεφαλαιοκρατικών οικονομιών, όπου λειτουργούν οι δημοκρατικές αντιπροσωπευτικές διαδικασίες, μέσα σ' ένα πλαίσιο ομάδων συγκρουόμενων συμφερόντων.

Οι εργασιακές σχέσεις, πέραν των άλλων, αποτελούν ένα σημαντικό επιστημονικό κλάδο του οποίου η διδασκαλία και έρευνα έχει αναπτυχθεί σοβαρά διεθνώς. Συγγενεύουν κατά κύριο λόγο με την οικονομική της εργασίας, αλλά αντλούν δεδομένα και από άλλους κλάδους των κοινωνικών επιστημών, όπως η κοινωνιολογία, η βιομηχανική ψυχολογία, η νομική, η ιστορία, η διοικητική και η πολιτική επιστήμη.
Ο όρος εργασιακές σχέσεις, όπως φαίνεται και από τον τίτλο του, υπονοεί, κατά πρώτο λόγο, κάθε επίσημη και ανεπίσημη σχέση εργασίας ανάμεσα σε μισθωτούς και εργοδότες.
Στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες όπου λειτουργούν θεσμοί τριμερούς συνεργασίας ανάμεσα σε συνδικαλιστικούς εκπρόσωπους των μισθωτών, των εργοδοτών και των εργασιακών φορέων του κράτους, ο όρος εργασιακές σχέσεις εκφράζει αυτή την τριμερή σχέση. Ο όρος εργασιακές σχέσεις εκφράζει αυτή την τριμερή σχέση, όπως απεικονίζεται στο παρακάτω σχήμα:


Rounded Rectangle: Εργασιακοί Εκπρόσωποι
του Κράτους
 




Rounded Rectangle: Συνδικάτα και Οργανώσεις

Rounded Rectangle: Εργοδοτικές  Ενώσεις
 




Κεντρικό σημείο των εργασιακών σχέσεων είναι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις που αναφέρονται "ως η διαδικαστική μέθοδος με την οποία οι ενώσεις των μισθωτών διαπραγματεύονται με τους εργοδότες ή τις ενώσεις τους, τις αμοιβές, τους όρους και τις συνθήκες εργασίας των μελών τους . Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, σύμφωνα με τον κλασικό ορισμό των Sidney και Beatrice Webb, "αποσκοπούν στην προαγωγή και προάσπιση των συμφερόντων των μελών τους.
Όπως ήδη αναφέρθηκε οι εργασιακές σχέσεις ασχολούνται, εκτός από τις σχέσεις εργασίας, με τους μισθούς και τα ημερομίσθια, την απασχόληση και την ανεργία, τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, τις συλλογικές συμβάσεις, τις συλλογικές διαφορές και τις απεργίες, καθώς και με παρεπόμενα θέματα όπως λ.χ.: οι επιπτώσεις της νέας τεχνολογίας στην απασχόληση, ο θεσμός της συμμετοχής, οι εργασιακές σχέσεις και η παραγωγικότητα, κ.λ.π. 

Η οικονομική της εργασίας ασχολείται με συναφή ζητήματα με τη διαφορά ότι εδώ η οικονομική διάσταση είναι περισσότερο έντονη. Θα μπορούσε να λεχθεί ότι ενώ οι εργασιακές σχέσεις δίνουν έμφαση στις εργασιακές πτυχές της οικονομίας, η οικονομική της εργασίας αντίστροφα εξετάζει περισσότερο τις οικονομικές πτυχές της εργασίας.

Ο J. Dunlop στην ανάλυση του «συστήματος» προσδιορίζει τις εργασιακές σχέσεις ως την «η πολλαπλότητα των επάλληλων σχέσεων ανάμεσα στους διευθυντές των επιχειρήσεων, τους μισθωτούς και τους εκπροσώπους του κράτους».
Ένα σύστημα εργασιακών σχέσεων περιλαμβάνει τρεις ομάδες «λειτουργών».
ü      Τους μισθωτούς και τους οργανισμούς τους.
ü      Τους διευθυντές των επιχειρήσεων και τους οργανισμούς τους.
ü      Τους εκπροσώπους του κράτους
Κάθε σύστημα εργασιακών σχέσεων δημιουργεί ένα πλήθος όρων που διέπουν την εργασιακή κοινότητα. Οι όροι αυτοί μπορεί να έχουν διαφορετική μορφή π.χ. νόμοι, θεσμοί, έθιμα εργασίας, συμφωνίες (επίσημες ή ανεπίσημες, ατομικές ή συλλογικές), εσωτερικοί κανονισμοί, διοικητικές πράξεις κλπ.

Οι αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις και οι συνέπειες τους[3]

Σήμερα οι εργασιακές σχέσεις στην χώρα μας έχουν υποστεί τεράστιες αλλαγές. Αυτό οφείλεται στην κρίση που περνά η χώρα μας και στις πολιτικές του μνημονίου που ακολουθούνται. Τα μνημόνια που έχουν εφαρμοστεί στην χώρα μας έχουν ως αποτέλεσμα πολλά από τα εργασιακά κεκτημένα των προηγούμενων χρονών να έχουν χαθεί ή να κινδυνεύουν να χαθούν. Στην συνεχεία θα παρουσιαστούν οι κυριότερες αλλαγές που έχουν επέλθει στα εργασιακά λόγω των μνημονίων και έπειτα, μια ανάλυση των συνεπειών τους.

1ο πακέτο οικονομικών μέτρων

ü      πάγωμα μισθών
ü      περικοπές επιδομάτων 10%
ü      περικοπές υπερωριών και οδοιπορικών

2ο πακέτο οικονομικών μέτρων 

ü      Μείωση 30% στα δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα, αδείας
ü      Μείωση 12% σε όλα τα επιδόματα του Δημοσίου
ü      Μείωση 7% στις αποδοχές υπαλλήλων ΔΕΚΟ, ΟΤΑ, ΝΠΙΔ

Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015

ü      Θεσπίζεται μέτρο εργασιακής εφεδρείας για οργανισμούς που καταργούνται.
ü      Όσοι προσλαμβάνονται χωρίς επαγγελματική εμπειρία θα αμείβονται με μισθό χαμηλότερο κατά 20% από το όριο της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης η διάρκεια των συμβάσεων ορισμένου χρόνου πηγαίνει από τα 2 στα 3 χρόνια

1ο Μνημόνιο

ü      Αντικατάσταση του 13ου και 14ου μισθού των δημοσίων υπαλλήλων με επίδομα 500 Ευρώ σε όλους όσους έχουν αποδοχές μέχρι 3.000 Ευρώ και πλήρης κατάργησή των δύο μισθών για μεγαλύτερες αποδοχές
ü      Αντικατάσταση 13ης και 14ης σύνταξης με επίδομα 800 Ευρώ για συντάξεις ως 2500 Ευρώ.
ü      Περαιτέρω περικοπή επιδομάτων 8% στα επιδόματα των δημοσίων υπαλλήλων και 3% στους υπαλλήλους των ΔΕΚΟ όπου δεν υπάρχουν επιδόματα.
ü      Επίσης, το νομοσχέδιο προέβλεπε αλλαγές στα εργασιακά με αύξηση του ορίου απολύσεων και μείωση του κατώτατου μισθού

Έκτακτα μέτρα ενδιάμεσα στο 1ο και 2ο Μνημόνιο

ü      Διεύρυνση του μέτρου της εργασιακής εφεδρείας και σε οργανισμούς που δεν καταργούνται
ü      Νέες περικοπές μισθών στο δημόσιο και εφαρμογή ενιαίου μισθολογίου
ü      Άνοιγμα όλων των κλειστών επαγγελμάτων

2ο Μνημόνιο

ü      Μείωση κατά 22% του κατώτατου μισθού σε όλα τα κλιμάκια του βασικού μισθού (από 751€ σε 586€) και 32% στους νεοεισερχόμενους μέχρι 25 ετών.
ü      Κατάργηση 150.000 θέσεων εργασία από το δημόσιο τομέα έως το 2015, εκ των οποίων 15.000 μέσα στο 2012.
ü      Ατομικές ή επιχειρησιακές συμβάσεις εργασίας αντί για τις κλαδικές. Άρση μονιμότητας σε ΔΕΚΟ και υπό κρατικό έλεγχο τράπεζες.
ü      Πλήρες άνοιγμα 20 κλειστών επαγγελμάτων


3ο Μνημόνιο

ü      Κατάργηση της καθολικότητας της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας
ü      Κατάργηση των Δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα, όπως και των επιδομάτων αδείας για τους δημοσίους υπαλλήλους και συνταξιούχους
ü      Μείωση χρόνου προειδοποίησης για απολύσεις σε 4 αντί 6 μήνες
ü      Περικοπές στα ειδικά μισθολόγια
ü      Ένταξη στο ενιαίο μισθολόγιο των εργαζομένων στις ΔΕΚΟ
ü      Εφαρμογή διαθεσιμότητας ενός έτους, με μειωμένο μισθό σε μόνιμους υπαλλήλους του δημοσίου, οι θέσεις των οποίων καταργούνται

Συνέπειες Μνημονίων στις εργασιακές σχέσεις

Οι εξελίξεις στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων που διαμορφώνονται στην Ελλάδα μετά από το μνημόνιο συνιστούν την επίτευξη ενός στόχου που έχει δρομολογηθεί κατά την τελευταία 20ετία από διεθνείς οργανισμούς και εθνικούς φορείς άσκησης πολιτικής και υλοποιείται, στα πλαίσια του Μνημονίου κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Οι αλλαγές που συντελούνται εντάσσονται στο ίδιο πνεύμα των «μεταρρυθμίσεων» των δύο τελευταίων δεκαετιών υπό την επίκληση του στόχου της βελτίωσης του επιπέδου ανταγωνιστικότητας, που μεταφράζεται με όρους μείωσης και συμπίεσης των δαπανών για την εργασία αβέβαιης αποτελεσματικότητας, πέραν της διασφάλισης της αυξημένης κερδοφορίας του κεφαλαίου, της απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων και της επέκτασης της επισφάλειας και ανασφάλειας στους κόλπους των εργαζομένων. 

Εντούτοις παρά τις εντυπωσιακές αλλαγές που έχει υποστεί η ελληνική αγορά εργασίας , ήδη πριν από την εκδήλωση της κρίσης, ο χαρακτηρισμός της ως «άκαμπτης» παραμένει επίμονα. Παρά την ποικιλία όλου του φάσματος των ευελιξιών που νόμιμα θεσμοθετούνται και, που σε συνδυασμό με την κραυγαλέα ανεπάρκεια των ελεγκτικών μηχανισμών εφαρμογής της νομοθεσίας, διευρύνουν επικίνδυνα τους θύλακες του «εργασιακού μεσαίωνα», οι πιέσεις εντείνονται και βρίσκουν με την οικονομική κρίση το πρόσφορο έδαφος για την ολοκλήρωση της εφαρμογής μιας παλιάς ατζέντας που οι συγκυρίες δεν ευνόησαν την πλήρη υλοποίησή της.

Η οικονομική κρίση και το μνημόνιο είναι η αφορμή μιας σχεδιασμένης παρέμβασης απέναντι στην εργασία με αφετηρία τον δημόσιο τομέα, ο οποίος, εκτός από τις προσπάθειες απαξίωσης που δέχεται παράλληλα με την εύλογη αποσιώπηση των αιτιών των παθογενειών του, υφίσταται σοβαρές απώλειες στο επίπεδο της απασχόλησης, των αμοιβών και των ευρύτερων εργασιακών δικαιωμάτων, υπό την επίκληση μείωσης των δημοσίων ελλειμμάτων και την δημιουργία όρων κοινωνικού αυτοματισμού και τεχνητών διαιρέσεων ανάμεσα στους εργαζόμενους. Μια τέτοια στρατηγική αποβλέπει στην γενικότερη υποβάθμιση των όρων εργασίας εφόσον, όχι μόνο στερεί από τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα τις όποιες αναφορές για την περαιτέρω βελτίωσης της θέσης τους, αλλά δημιουργεί και το κατάλληλο κλίμα «μοιρολατρίας» για τα όσα θα επακολουθήσουν στον ιδιωτικό τομέα μετά από τα πλήγματα που δέχονται οι συνάδελφοί τους του δημοσίου με τη θεσμικά υψηλότερη προστασία και τον υψηλότερο δείκτη συνδικαλισμού. 

Στο πλαίσιο αυτό επιτυγχάνεται η δραματική, και με πολλαπλές επιπτώσεις, συρρίκνωση της δημόσιας απασχόλησης, το πάγωμα μισθών, η οριζόντια περικοπή αποδοχών στις ΔΕΚΟ, η μείωση και η κατάργηση επιδομάτων σε βαθμό που οι εισοδηματικές απώλειες σε ορισμένες κατηγορίες να υπερβαίνουν το 25% σε διάστημα ενός έτους. Σε αυτά προστίθενται τα επόμενα βήματα που είναι η κατάργηση των κανονισμών προσωπικού και η ουσιαστική κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων στις αστικές συγκοινωνίες με προοπτική επέκτασης των μέτρων αυτών και στις υπόλοιπες ΔΕΚΟ, η καθιέρωση ενιαίου μισθολογίου με όρους γενικής υποβάθμισης, η αύξηση του ωραρίου στις 40 ώρες και η απελευθέρωσή του, η απειλή της μονιμότητας με το επιχείρημα της κατάργησης οργανισμών και οργανικών θέσεων. 

Ο πυρήνας των παρεμβάσεων που αποσκοπεί στην αποτελεσματική και μακροπρόθεσμη συρρίκνωση των δαπανών(«κόστους») εργασίας έγκειται στην απορρύθμιση των όρων διαμόρφωσης των μισθών και του συστήματος των συλλογικών συμβάσεων με τη νόμιμη διάβρωση του κλαδικού μισθού που εισάγεται με τις ειδικές επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις με το επιχείρημα της διάσωσης των θέσεων εργασίας αλλά και της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας που δίνει το έναυσμα για την εφαρμογή τους και σε επιχειρήσεις με υψηλή κερδοφορία. Οι ρυθμίσεις αυτές ανατρέπουν τη βασική αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης για την εργασία και επιβουλεύονται σοβαρά στην πράξη τον θεσμό της επέκτασης των συλλογικών συμβάσεων, ενώ συνοδεύονται και με μέτρα περιορισμού του ρόλου του ΟΜΕΔ και ισχυροποίησης της πλευράς του κεφαλαίου στις διαδικασίες επίλυσης των συλλογικών εργατικών διαφορών. 


Στο ίδιο πλαίσιο βάλλεται, κατ’ αρχήν έμμεσα, και ο γενικός κατώτατος μισθός, υπό το άλλοθι των συμβάσεων μαθητείας(stages) των νεοπροσλαμβανόμενων νέων μέχρι 24 ετών, από τη δυνατότητα διάβρωσής του κατά 20%, ενώ ο ΟΑΕΔ αναλαμβάνει την πλήρη κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών μειώνοντας ακόμη περισσότερο το μισθολογικό κόστος για τις επιχειρήσεις και ενισχύοντας τα σχετικά μέτρα απαλλαγής τους χωρίς, ωστόσο, ουσιαστικές εγγυήσεις για τη διατήρηση της απασχόλησης. Στη συνέχεια ο κατώτατος μισθός βάλλεται άμεσα με την καθιέρωση χαμηλότερης αμοιβής, επίσης κατά 20%, για την ίδια ηλικιακή κατηγορία που εισάγει διάκριση σε βάρος της. Οι εξελίξεις αυτές αναιρούν την έννοια του κατώτατου μισθού, ενώ απορυθμίζουν το σύστημα των συλλογικών συμβάσεων και κατ’ επέκταση των συνδικάτων που τις υπογράφουν. 

Επίσης, το τριετές πάγωμα των μισθών, η απαγόρευση και κατάργηση κάθε συλλογικής ρύθμισης που υπερβαίνει την εισοδηματική πολιτική συμπληρώνουν την πολιτική μισθών στον ιδιωτικό τομέα. Τέλος, η μείωση του κόστους υπέρβασης του ωραρίου με τη συμπίεση κατά 20% του κόστους της υπερεργασίας και της κάθε μορφής υπερωρίας αποτελεί μια ακόμη ρύθμιση στην κατεύθυνση του περιορισμού των δαπανών για την εργασία, ως επαχθούς κόστους για το κεφάλαιο.
Η άρση του πλαισίου προστασίας από τις απολύσεις, ιδιαίτερα σε μια περίοδο έξαρσης της οικονομικής κρίσης και της ανεργίας, αποτελεί μια ακόμη κεντρικής σημασίας παρέμβαση ώστε η διευκόλυνση και η απελευθέρωση των απολύσεων να αποτελεί το μέσο πίεσης για την επιβολή των μέτρων συμπίεσης του κόστους εργασίας (πχ. ειδικές επιχειρησιακές συμβάσεις, αποδοχή της μερικής απασχόλησης και της εκ περιτροπής εργασίας υπό την απειλή της τροποποιητικής καταγγελίας της σύμβασης). 

Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται η επέκταση της δοκιμαστικής σύμβασης στο ένα έτος με συνέπεια τη μη καταβολή αποζημίωσης απόλυσης και την προσθήκη και ανάπτυξη μιας νέας μορφής επισφάλειας, η μείωση έως και κατά ¾ του χρόνου προειδοποίησης στην τακτική καταγγελία των συμβάσεων που συνεπάγεται μέχρι και 18 μισθούς μικρότερη αποζημίωση για τη μεγάλη προϋπηρεσία, την απεριόριστη αύξηση των δόσεων καταβολής των αποζημιώσεων απόλυσης, με την παράλληλη μείωση του ποσού κάθε δόσης. Επίσης, η αύξηση του ορίου για τις ομαδικές απολύσεις κατά 50% για τις επιχειρήσεις έως 150 εργαζόμενους και κατά 150% για τις μεγαλύτερες συνιστά ένα ακόμη μέτρο διευκόλυνσης των απολύσεων και επέκτασης της κοινωνικής ανασφάλειας.
Η λήψη μέτρων για την ενίσχυση των ευέλικτων μορφών εργασίας αποτελεί μια ακόμη σημαντική παράμετρο των μέτρων του μνημονίου με έμφαση στην ανάπτυξη και την επέκταση της διάρκειας της προσωρινής απασχόλησης από τα 2 στα 3 έτη και τον τριπλασιασμό του χρόνου δανεισμού εργαζομένων στους 36 μήνες. 

Παράλληλα εισάγεται η χωρίς περιορισμούς ανανέωση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου όταν αυτή οφείλεται σε ένα ευρύ φάσμα «αντικειμενικών» αιτιών διαιωνίζοντας την προσωρινότητα στην απασχόληση. Επιπλέον επεκτείνεται η ετήσια διάρκεια της εκ περιτροπής εργασίας (3ήμερα, 4ήμερα) στους 9 μήνες (με δυνατότητα διαδοχής 2 ετήσιων περιόδων μέχρι του 18μηνου) που σε συνδυασμό με την κατάργηση των όποιων προσαυξήσεων στην υπερωριακή απασχόληση και στις αμοιβές της «περιορισμένης» μερικής απασχόλησης ενθαρρύνει την περαιτέρω ανάπτυξη της απασχόλησης με μειωμένα ωράρια που παρουσίαζε περιορισμένη εφαρμογή υπό άλλες συγκυρίες.

Στα μέτρα που αφορούν στις εργασιακές σχέσεις του ιδιωτικού τομέα προστίθενται και εκείνα που λαμβάνονται στο πλαίσιο του μεσοπρόθεσμου νόμου, όπως η διευκόλυνση της ελαστικής διευθέτησης του ωραρίου με συμφωνίες με καρικατούρες εκπροσώπησης των δύο ακόμη και του ενός ατόμου στις επιχειρήσεις. Αυτά συνδυάζονται με την περαιτέρω μείωση των αμοιβών και της απασχόλησης στον δημόσιο τομέα που ενισχύονται και από τον εισαγόμενο θεσμό της εργασιακής εφεδρείας. Η εξατομίκευση των αμοιβών και η σύνδεσή τους με την παραγωγικότητα μέσα από ένα αμφισβητήσιμο πλαίσιο αξιολόγησης της τελευταίας επεκτείνεται ανατρέποντας πλήρως το σύστημα διαμόρφωσης των μισθών. 

Η εξέλιξη αυτή άλλωστε αποτελεί και τον απώτερο στόχο όσων επιλέγουν να απορρυθμίσουν το καθεστώς των συλλογικών συμβάσεων διαβρώνοντας την έννοια του κλαδικού και του γενικού κατώτατου μισθού, ως μεταβατική εξέλιξη πριν από την επίτευξη του τελικού στόχου. Πρόκειται για τις τελευταίες ρυθμίσεις που απομένουν από ένα μακρύ κατάλογο αιτημάτων του κεφαλαίου που χρονολογείται εδώ και δύο δεκαετίες υπό το άλλοθι της κρίσης και του μνημονίου και χωρίς να χρειάζεται πλέον το εύπεπτο και απατηλό άλλοθι της flexicurity.

Oι αλλαγές που συντελούνται στην ελληνική αγορά εργασίας είναι αποτέλεσμα του συντονισμού διεθνών (ΔΝΤ και κυρίως Ευρωπαϊκής Ένωσης) και εθνικών (κυρίως του ΣΕΒ) ισχυρών οικονομικών συμφερόντων και της οικονομικής πολιτικής που τις υλοποιεί. Οι αλλαγές αυτές ως προς το περιεχόμενό τους δεν συνιστούν καινοτομία στον ευρωπαϊκό χώρο αφού συναντώνται διάσπαρτες σε μεγάλο αριθμό επιμέρους χωρών. Ωστόσο, καινοτομία αποτελεί το γεγονός ότι τέτοιας ποσότητας και περιεχομένου μέτρα λαμβάνονται σε διάρκεια λίγων μηνών, προκαλώντας με τη βιαιότητά τους, το σύνολο της μισθωτής εργασίας. Τα μέτρα που λαμβάνονται δεν είναι προσωρινά αλλά επιδιώκεται να έχουν χαρακτήρα μόνιμο.

 Ο στόχος αυτός ενισχύεται από τους όρους συνταγματοποίησης των κανόνων του συμφώνου για το ευρώ με την θεσμοθετημένη καθιέρωση της λιτότητας στους μισθούς. Εντάσσονται σε μια στρατηγική «τριτοκοσμοποίησης» της εργασίας στο πλαίσιο ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων με όρους συμπίεσης των μισθών και των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε μια πολλαπλά αδιέξοδη πορεία με μόνο το αποτέλεσμα της αύξησης της κερδοφορίας του κεφαλαίου και τη βίαιη αναδιανομή πλούτου σε βάρος της εργασίας. Η διατήρηση της ύφεσης και η αύξηση της ανεργίας σε επίπεδα Ισπανίας(>20%) συνδέονται και με την προοπτική εξαφάνισης μεγάλου τμήματος μικρών επιχειρήσεων και αυτοαπασχολούμενων, και υπό την απελευθέρωση των «κλειστών» επαγγελμάτων, που θα οδηγήσουν στην προοδευτική αύξηση της μισθωτής εργασίας συγκλίνοντας με τα μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα(από 65% στο 85%).

Το νέο εργασιακό τοπίο που διαμορφώνεται μετά από το μνημόνιο σε μια, και θεσμικά πλέον, απορυθμισμένη αγορά εργασίας οδηγεί στην γενίκευση της επισφάλειας που θα επιβάλλουν σωρευτικά η επέκταση της ευέλικτης εργασίας, οι χαμηλές αμοιβές υπό την πίεση της ανεργίας με τις φθηνές και εύκολες απολύσεις που θα καθιστούν αβέβαιη την προοπτική συνταξιοδότησης που θα υπολογίζεται, όταν θα συμπληρώνονται οι προϋποθέσεις, με βάση τις αποδοχές ενός ολόκληρου εργάσιμου βίου. Η «γενιά των 700 ευρώ», που δεν περιορίζεται στις ηλικίες των νέων εργαζόμενων αφήνει τη θέση της στη «γενιά των 500 ευρώ». Ωστόσο, η γενιά των νέων εργαζόμενων, υπό το φως των νέων δεδομένων, οδηγείται στην διαμόρφωση μιας νέας εργασιακής κουλτούρας υπό την απόλυτη κυριαρχία της ανασφάλειας και της επισφάλειας με περιορισμένα δικαιώματα και προσδοκίες από τη θέση τους στην αγορά εργασίας. Η εικόνα αυτή ενισχύει την ήδη διαμορφωμένη κατάσταση στους κόλπους των νέων εργαζόμενων που βιώνουν τις σύγχρονες συνθήκες εργασίας απέχοντας, κατά κανόνα, από κάθε συλλογική δράση στις ηλικίες κάτω των 35 ετών, εξέλιξη για την οποία σημαντική είναι και η ευθύνη των συνδικάτων με τις πράξεις και τις παραλείψεις τους.

Οι κοινωνικές παροχές


Ορισμός κοινωνικών παροχών

Οι κοινωνικές παροχές αποτελούν την βάση πάνω στην οποία οικοδομείται η έννοια του κοινωνικού κράτους και εμπεριέχουν όλες τις ενέργειες στις οποίες προβαίνει το κράτος για να παρέχει υπηρεσίες που βελτιώνουν την καθημερινή ευημερία των πολιτών, αναδιανέμοντας τα κοινωνικά αγαθά. Οι κοινωνικές παροχές υποδιαιρούνται σε 5 γενικευμένες υποκατηγορίες ως προς το αντικείμενικό τους σκοπό:
ü      Την κοινωνική ασφάλιση
ü      Τον τομέα της υγείας
ü      Την κοινωνική πρόνοια
ü      Την παιδεία
ü      Τη στέγαση των πολιτών

Οι κοινωνικές παροχές διαχωρίζονται ως προς την μορφή τους σε:
ü      υπηρεσίες σε χρήμα, που αφορούν χρηματικές πληρωμές στο κράτος (συντάξεις, επιδόματα, κτλ.)
ü      υπηρεσίες σε είδος, που αφορούν την παραγωγή υπηρεσιών από το κράτος και δωρεάν παροχή τους ή παροχή σε συμβολική τιμή (παροχές του ΕΣΥ, δωρεάν παιδεία, κτλ.)

Οι αλλαγές στον τομέα των κοινωνικών παροχών

Η κρίση χρέους που βιώνει η χώρα μας τα τελευταία χρόνια, ανάγκασε την κυβέρνηση να λάβει μέτρα αναδιάρθρωσης της κρατικής πολιτικής όσον αφορά τις κοινωνικές παροχές. Οι κυριότερες αλλαγές που έγιναν, αφορούσαν στους εξής τομείς:

ü      Κοινωνική ασφάλιση
ü      Προνοιακά επιδόματα
ü      Παροχές ΕΣΥ
ü      Υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας
ü      Παιδεία

Στο σημείο αυτό, προτού παραθέσουμε αναλυτικά τις αλλαγές που επέφερε η εφαρμογή των τριών, μέχρι στιγμής, μνημονίων, θα πρέπει να αναφέρουμε τις αλλαγές που αφορούσαν τις κοινωνικές παροχές και υιοθετήθηκαν από την κυβέρνηση πριν την προσφυγή στον μηχανισμό στήριξης αλλά και ενδιάμεσα στην υιοθέτηση των τριών μνημονίων. Αυτές οι αλλαγές χωρίζονται τα ακόλουθα δύο πακέτα έκτακτων μέτρων πριν την προσφυγή στον μηχανισμό στήριξης:

ü      1ο πακέτο μέτρων: υπήρξε μείωση όλων των επιδομάτων κοινωνικής πρόνοιας κατά 10%
ü      2ο πακέτο μέτρων: υπήρξε μείωση 30% των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα για τους συνταξιούχους και 12% στα επιδόματα των υπαλλήλων του Δημοσίου. Επίσης υπήρξε επαναφορά των τεκμηρίων διαβίωσης για τα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία και τα αυτοκίνητα.

Επίσης είχαμε το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015 πριν την υπογραφή και υιοθέτηση του 1ου μνημονίου που επέφερε αλλαγή στην φορολογική κλίμακα φυσικών προσώπων με μεγαλύτερη επιβάρυνση μέσω προοδευτικής φορολόγησης για φυσικά πρόσωπα με εισοδήματα μεγαλύτερα των 8.000 ευρώ, ενώ ενδιάμεσα της υπογραφής του 1ου και του 2ου μνημονίου είχαμε ένα ακόμα πακέτο έκτακτων μέτρων, λόγω απόκλισης από τους στόχους, που περιελάμβανε περικοπές σε συντάξεις και στα εφ’ άπαξ των δημοσίων υπαλλήλων, μείωση αφορολογήτου από τα 8.000 ευρώ στα 5.000 ευρώ και έκτακτη εισφορά (φόρος) κατοικιών, που καταβλήθηκε μέσω των λογαριασμών της Δ. Ε. Η.
[4]Ακολουθούν οι αλλαγές που αφορούν τις κοινωνικές παροχές και οφείλονται στα Μνημόνια:

1ο Μνημόνιο

Συνταξιοδοτικό σύστημα και κοινωνικά επιδόματα

ü      Αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης για άντρες και γυναίκες στα 65 έτη, μέχρι τον Δεκέμβριο του 2015, ακόμη και για όσους έχουν ασφαλιστεί πριν την 1/1/1993
ü      Αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης στα 65 έτη για τις γυναίκες και στον δημόσιο τομέα μέχρι το 2013
ü      Ενίσχυση της σύνδεσης του ύψους των ασφαλιστικών εισφορών με το ύψος των παρεχομένων επιδομάτων
ü      Υπολογισμός του ποσού της σύνταξης με βάση το συνολικό χρόνο του εργασιακού βίου
ü      Τιμαριθμοποίηση των συντάξεων
ü      Αυτόματη προσαρμογή των ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης με βάση το προσδόκιμο ζωής κατά τον χρόνο συνταξιοδότησης, από το 2020
ü      Αύξηση ελάχιστων εργάσιμων ετών από τα 37 στα 40 έτη
ü      Περιορισμός της χρήσης του δικαιώματος για πρόωρη σύνταξη στα 60 έτη, από 1/1/2011, συμπεριλαμβανομέ
νων και των εργαζομένων σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα και των εργαζομένων με 40 έτη εργάσιμου χρόνου πριν τα 65
ü      Αναθεώρηση του συστήματος παροχής αναπηρικών συντάξεων, με χρήση αυστηρότερων όρων και τακτική επανεξέταση των περιπτώσεων
ü      Μείωση 6% καθ’ έτος των πρόωρα συνταξιοδοτηθέντων (μεταξύ των 60 και 65 ετών) με λιγότερα από 40 χρόνια εργάσιμου χρόνου. Καμιά ειδική μεταχείριση για όσους ασφαλίστηκαν πρώτη φορά πριν την 1/1/1993
ü      Σημαντικές περικοπές στους δικαιούχους σύνταξης για βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα. Οι συνολικές δαπάνες για αυτές τις συντάξεις δεν θα πρέπει να ξεπερνούν το 10% του συνολικού κόστους των συντάξεων για το κράτος
ü      Θέσπιση ελάχιστης σύνταξης για άτομα άνω των 65 ετών με βάση τα ελάχιστα απαιτούμενα χρήματα για την διαβίωση, σε συνδυασμό και με την κατάσταση των οικονομικών του κράτους
ü      Μείωση των συνταξιοδοτικών φορέων σε τρεις
ü      Πάγωμα των ονομαστικών αυξήσεων των συντάξεων
ü      Μείωση του ανωτάτου ορίου για το ποσό της σύνταξης

ü      Απάλειψη της 13ης και 14ης σύνταξης και αντιστάθμιση της μείωσης αυτής με αντικατάσταση τους με ενιαίο επίδομα μέχρι 800 ευρώ για τις συντάξεις κάτω των 2500 ευρώ, το οποίο μειώνεται για τις μεγαλύτερες συντάξεις κλιμακωτά
ü      Μη περικοπή των ελαχίστων συντάξεων και των οικογενειακών επιδομάτων, με ταυτόχρονη αποζημίωση για τα ευάλωτα οικονομικά στρώματα
ü      Δίκαιη κατανομή του κόστους προσαρμογής στα νέα δεδομένα
ü      Επίδομα ανεργίας με βάση τα ελάχιστα μέσα διαβίωσης (εξοικονόμηση 500 εκατομμυρίων ευρώ με τον εξορθολογισμό των δαπανών)

Σύστημα υγείας

ü      Ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων για την βελτίωση, τον εκσυγχρονισμό και τον εξορθολογισμό των παροχών του συστήματος υγείας, του συστήματος προμηθειών για την υγεία και της διαχείρισης των δαπανών. Ολοκλήρωση της εφαρμογής λογιστικού συστήματος διπλής εγγραφής, εφαρμογή της επίβλεψης των λογιστικών στοιχείων από τον Υπουργό Οικονομικών και δημοσίευση των λογιστικών ελέγχων
ü      Έλεγχος των προμηθειών για το σύστημα υγείας με την χρήση ηλεκτρονικού συστήματος διαχείρισης των φαρμάκων. Εύνοια της χρήση των γενοσήμων φαρμάκων και ηλεκτρονική συνταγογράφηση για μείωση του κόστους και ευκολότερο έλεγχο των ροών του συστήματος

2ο Μνημόνιο

Συνταξιοδοτικό σύστημα και κοινωνικά επιδόματα

ü      Αναθεώρηση λειτουργίας δευτεροβάθμιων και επικουρικών συνταξιοδοτικών ταμείων, για την εξάλειψη των ανισορροπιών στα ελλειμματικά ταμεία: ενοποίηση των ταμείων, μείωση του λειτουργικού κόστους και διασφάλιση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας
ü      Μείωση των επικουρικών συντάξεων από τον Ιανουάριο του 2012
ü      Δημιουργία μηχανογραφικού συστήματος με ατομικούς τραπεζικούς λογαριασμούς συνταξιοδότησης
ü      Αναθεώρηση καθεστώτος συντάξεων αναπηρίας και μείωση των δαπανών για συντάξεις αναπηρίας, που δεν πρέπει να ξεπερνουν το 10% των συνολικών συντάξεων
ü      Κατάργηση συνταξιοδοτικών προνομίων των υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδος και εναρμόνιση των συνταξιοδοτικών απολαβών τους με αυτών του ΙΚΑ

Σύστημα υγείας

ü      Συγχώνευση ασφαλιστικών ταμείων υπό την σκέπη του ΕΟΠΥΥ
ü      Μείωση των συμβάσεων των ιδιωτών ιατρών, με στόχο την μείωση της αναλογίας ιατρών ανά ασθενή και την εναρμόνιση με τον μέσο όρο της ΕΕ
ü      Εξίσωση εισφορών των ασφαλισμένων του ΟΓΑ με τα υπόλοιπα ταμεία του ΕΟΠΥΥ Έως το 2013
ü      Αλλαγές στην τιμολόγηση, την συνταγογράφηση και την συμμέτοχη του κράτους στις φαρμακευτικές δαπάνες, με στόχο την μείωση των δαπανών κατά 1 δισεκατομμύριο ευρώ. Ενίσχυση της χρήσης των φθηνότερων φαρμάκων, έλεγχος της συνταγογράφησης και της κατανάλωσης
ü      Απαλλαγή από την συμμέτοχη των ασφαλισμένων στις δαπάνες για συγκεκριμένο, περιορισμένο αριθμό φαρμάκων που σχετίζονται με συγκεκριμένες ασθένειες
ü      Μείωση συνολικού περιθωρίου κέρδους των φαρμακείων κατά 15%, με επιβολή φθίνοντος περιθωρίου κέρδους

ü      Επέκταση ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, με επιβολή της ως υποχρεωτικής για το 90% τουλάχιστον των ιατρικών πράξεων
ü      Υιοθέτηση του πρωτοκόλλου συνταγογράφησης από τους ιατρούς
ü      Έλεγχος της ιατρικής συνταγογράφησης
ü      Διανομή των πλέον ακριβών φαρμάκων μόνον από τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ ή από νοσοκομεία, με στόχο την μείωση του κόστους
ü      Επιβολή προϋπολογισμού συνταγογράφησης ανά ιατρό, μέσου κόστους συνταγογράφησης ανά ασθενή και αύξηση της συμμετοχής των ασθενών στην φαρμακευτική δαπάνη, σε περίπτωση που αποτύχουν τα προαναφερθέντα μέτρα
ü      Αύξηση χρήσης των γενοσήμων φαρμάκων και ενίσχυση της ελκυστικότητας τους για να χρησιμοποιηθούν ευρύτερα. Μείωση της τιμής τους, ουτως ώστε να κοστίζουν μέχρι και το 40% του πρωτότυπου, μείωση της μέγιστης τιμής των πρωτοτύπων μετά την λήξη της πατέντας, με ανώτατη τιμή την μισή από την πρότερη τιμή τους, συνταγογράφηση της δραστικής ουσίας κι όχι της εμπορικής ονομασίας και συμμετοχή του κράτους στην φαρμακευτική δαπάνη με βάση την τιμή του φθηνότερου διαθεσίμου φαρμάκου.
ü      Αύξηση της κινητικότητας του προσωπικού υγείας και εξορθολογισμός του συστήματος υγείας
ü      Ετήσια δημοσίευση του ισολογισμού κάθε νοσοκομείου
ü      Μηχανογράφηση συστήματος παρακολούθησης υπόλοιπου αποθεμάτων και ροών ιατρικού υλικού στα νοσοκομεία
ü      Τιμολόγηση κόστους θεραπείας ανά ασθένεια
ü      Κεντρική διαχείριση προμηθειών συστήματος υγείας με μηχανογραφημένο τρόπο

Εκπαιδευτικό σύστημα

ü      Αναβάθμιση εκπαιδευτικού συστήματος και εξορθολογισμός των δαπανών
ü      Εκπόνηση σχεδίου δράσης για την αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος και εκπόνηση δυο εκθέσεων αξιολόγησης του καθ’ έτος
ü      Αξιολόγηση ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης

3ο Μνημόνιο

Συνταξιοδοτικό σύστημα

ü      Μείωση κατά 20% συντάξεων βουλευτών και αιρετών οργάνων ΟΤΑ πρώτου και δευτέρου βαθμού αν λαμβάνουν και 2η σύνταξη και κατά 30% αν λαμβάνουν και 3η σύνταξη
ü      Για όσους από τους παραπάνω θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα από την 1/1/2013, θα συνταξιοδοτούνται στα 67 έτη, εκτός κι αν έχουν αναπηρία τουλάχιστον 67%
ü      Τα παραπάνω ισχύουν και για τους προέδρους της Βουλής καθώς και για τους Πρόεδρους και Αντιπροέδρους της Κυβέρνησης

ü      Αύξηση του ορίου ηλικίας για συνταξιοδότηση στα 67 έτη, με πρόωρη συνταξιοδότηση στα 62 έτη, για όσους θεμελιώσουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα από την 1/1/2013
ü      Για τους δικαστικούς λειτουργούς και τα μέλη του νομικού συμβουλίου του κράτους που θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα από 1/1/2013 και αποχωρούν υποχρεωτικά, το όριο αυτό μετατίθεται στα 65 έτη, με πρόωρη συνταξιοδότηση στα 60
ü      Για το προσωπικό φρούρησης των φυλακών και των κοινωνικών ιδρυμάτων το όριο συνταξιοδότησης είναι τα 60 έτη

ü      Για τους υπαλλήλους του δημοσίου και τους στρατιωτικούς με 15ετή υπηρεσία που έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα από την 1/1/1993 ή αργότερα, το όριο είναι τα 67 έτη
ü      Η σύνταξη των άγαμων ή διαζευγμένων θυγατέρων των στρατιωτικών δεν θα πρέπει να ξεπερνά τα 720 ευρώ. Αν συμβαίνει να έχουν και από αλλού εισοδήματα και το δηλωθέν τους εισόδημα ξεπερνά τα 720 ευρώ μηνιαίως, έχουμε αναστολή ή μείωση της σύνταξης, ανάλογα με την περίπτωση, ουτως ώστε το τελικό δηλωθέν εισόδημα να μην ξεπερνά τα 720 ευρώ. Από την παρούσα διάταξη εξαιρούνται οι θυγατέρες με αναπηρία και εκείνες που σπουδάζουν
ü      Καταργούνται τα επιδόματα Χριστουγέννων και Πάσχα

ü      Μείωση ων συντάξεων που υπερβαίνουν το ποσό των 1000 ευρώ. Η μείωση θα είναι κλιμακωτή. Για συντάξεις από 1000,01 έως 1500 ευρώ θα έχουμε μείωση 5%, με την νέα σύνταξη να πρέπει να είναι τουλάχιστον 1000,01 ευρώ (κατώτατο όριο). Για συντάξεις από 1500,01 έως 2000 ευρώ έχουμε μείωση 10% με κατώτατο όριο τα 1425,01 ευρώ και για συντάξεις από 2000,01 ευρώ και πάνω, έχουμε μείωση 15% με κατώτατο όριο τα 1800,01 ευρώ.
ü      Μείωση εφ’ άπαξ του δημοσίου τομέα από 2 έως 80% περίπου, με τις τελικές αποζημιώσεις να μην ξεπερνούν τα 15.000 ευρώ

ü      Ανασχεδιασμός του συστήματος συνταξιοδότησης των ανασφαλίστων. Συνταξιοδότηση τους εφ’ όσον έχουν περάσει το 67ο έτος της ηλικίας τους, διαθέτουν ετήσιο εισόδημα μικρότερο ή ίσο με 8640 ευρώ, είναι κάτοικοι της χώρας για τουλάχιστον 2ο χρόνια, δεν συνταξιοδοτείται ο/η σύζυγος τους και δεν είναι μοναχοί/ες σε κάποιο ελληνορθόδοξο μοναστήρι
ü      Θέσπιση ενιαίου ηλεκτρονικού συστήματος ελέγχου των συντάξεων από την Ι.ΔΙ.Κ.Α. (Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης) Α. Ε.

Σύστημα υγείας

ü      Περιορισμός της φαρμακευτικής δαπάνης με ανώτερο όριο το 1/12 του ετήσιου προϋπολογισμού του κράτους για κοινωνικές δαπάνες
ü      Έλεγχος της φαρμακευτικής δαπάνης μέσω της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης
ü      Περιορισμός των συνταγογραφούμενων φαρμάκων με εμπορική ονομασία με ανώτερο όριο το 15% του συνόλου ανά ιατρό
ü      Αντίτιμο 25 ευρώ για την εισαγωγή σε νοσοκομείο

Κοινωνικά επιδόματα

ü      Προσπάθεια για παροχή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος από 1/1/2014, αν το επιτρέψει η δημοσιοοικονομική κατάσταση του κράτους
ü      Επιδότηση μακροχρόνια ανέργων, μετά την παρέλευση του 12μηνου επιδόματος ανεργίας, με επίδομα μακροχρόνιας ανεργίας για ένα 12μηνο, εφόσον παραμένουν άνεργοι, με ανώτατο ποσό τα 200 ευρώ και 586,08 ευρώ ανά ανήλικο τέκνο. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα να μην υπερβαίνει τα 10000 ευρώ, ενώ τα πάσης φύσεως επιδόματα δεν υπολογίζονται στο ετήσιο εισόδημα
ü      Θέσπιση ενιαίου επιδόματος ανηλίκων τέκνων, που συμπεριλαμβάνει και όσα σπουδάζουν, μέχρι τα 24 έτη τους ή είναι ανάπηρα με ποσοστό τουλάχιστον 67%. Εφόσον το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα δεν ξεπερνά τα 6000 ευρώ, το επίδομα καταβάλλεται πλήρες, αν κυμαίνεται μεταξύ 6001 και 12000 ευρώ καταβάλλονται τα 2/3 του, αν κυμαίνεται μεταξύ 12001 και 18000 ευρώ καταβάλλεται το 1/3 του, αλλιώς δεν καταβάλλεται. Το επίδομα κυμαίνεται στα 40 ευρώ ανά μήνα για ένα παιδί, 80 ευρώ για 2 παιδιά, 130 ευρώ για 3 παιδιά, 180 ευρώ για 4 παιδιά, ενώ για κάθε επιπλέον παιδί προστίθενται στο επίδομα των τεσσάρων παιδιών 60 ευρώ μηνιαίως.

Εκπαιδευτικό σύστημα

ü      Η Επιτροπή Ερευνών κάθε ΑΕΙ μπορεί, αν κριθεί απαραίτητο, να αποδώσει στον προϋπολογισμό του αντίστοιχου ΑΕΙ μέχρι και το 40% του αδιάθετου αποθεματικού του για λειτουργικές ανάγκες, μετά από έγκριση της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου ή της συνέλευσης του ΤΕΙ
ü      Οι διδάσκοντες στα Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών θα πρέπει να έχουν αποδεδειγμένα συναφή με το αντικείμενο που διδάσκουν επαγγελματική η εκπαιδευτική ειδικότητα, για να έχουν δικαίωμα διδασκαλίας

ü      Τα Κέντρα Ξένων Γλωσσών θα πρέπει εφ’ όσον πληρούν τις προϋποθέσεις λειτουργίας, να πράξουν έναρξη ασκήσεως επαγγέλματος, όπως ισχύει και για τους διδάσκοντες σε κατ’ οίκον διδασκαλία, για να λειτουργούν νομότυπα

ü      Οι τίτλοι σπουδών που αποδίδονται από τα Κολλέγια δεν είναι σε ουδεμία περίπτωση ισότιμοι με εκείνους των ΑΕΙ και ΤΕΙ

ü      Το διδακτικό προσωπικό των Κολλεγίων θα πρέπει να κατέχει πτυχίο τουλάχιστον επιπέδου ΑΕΙ και να διαθέτει καθαρό ποινικό μητρώο

ü      Η άδεια για λειτουργία Κολλεγίου, ιδιωτικού σχολείου, φροντιστηρίου, ΙΙΕΚ, κτλ, δίδεται σε φυσικά πρόσωπα με απόφαση του υπουργείου Παιδείας, που δημοσιεύεται στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως και απαιτούνται 4 μήνες για την έκδοση και χορήγηση της, είναι δε εκμεταλλεύσιμη από το νέο σχολικό έτος. Τα φυσικά πρόσωπα θα πρέπει να πληρούν τις εξής προϋποθέσεις είναι άνω των 18 ετών, να είναι κάτοικοι της ΕΕ, να μην είναι δημόσιοι υπάλληλοι, να μην έχουν απολυθεί από δημόσιο ή ιδιωτικό εκπαιδευτήριο για πειθαρχικούς λόγους ή λόγους διδακτικής ανεπάρκειας, να είναι ασφαλιστικά και φορολογικά ενήμεροι, να έχουν καθαρό ποινικό μητρώο, να μην έχουν κηρύξει πτώχευση και να μην τους έχει αφαιρεθεί αντίστοιχη άδεια κατά την τελευταία δεκαετία.
ü      
Τα κτήρια των εν λόγω εκπαιδευτηρίων θα πρέπει να πληρούν επίσης τις εξής προϋποθέσεις: να διαθέτουν πολεοδομική άδεια χρήσης εκπαιδευτηρίου, να διαθέτουν επαρκή φωτισμό και εξαερισμό, πυροπροστασία, πρόσβαση για ΑΜΕΑ και χώρο προαυλισμού τουλάχιστον 3 τ.μ. ανά εκπαιδευόμενο. Ιδιαίτερα για τα φροντιστήρια, ο χώρος αυτός περιορίζεται στο 1,5 τ.μ., ενώ πρέπει να υπάρχει 1 WC για κάθε 30 εκπαιδευόμενους, το ελάχιστο εμβαδόν κάθε αίθουσας που προορίζεται για εκπαιδευτικούς σκοπούς πρέπει να είναι τουλάχιστον 15 τ.μ. και να υπάρχει βεβαίωση στατικής επάρκειας του κτηρίου ως προς τον μέγιστο πληθυσμό από πολιτικό μηχανικό.
ü      Η μεταβίβαση αδειών για τα ανωτέρω εκπαιδευτήρια είναι ελεύθερη, χωρίς περιορισμούς

Οι συνέπειες των αλλαγών

Οι συνέπειες που είχαν τα μέτρα που έχουν παρθεί ως τώρα εν μέσω της κρίσης χρέους είναι αρκετές και επηρεάζουν δραματικά την ζωή των Ελλήνων πολιτών. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι πολλές εξ αυτών δεν έχουν γίνει ακόμη αισθητές, μιας και έχουν περισσότερο μελλοντικές επιπτώσεις, παρά στον παρόντα χρόνο. Όσον αφορά τις υπηρεσίες σε χρήμα, οι κυριότερες αλλαγές που έγιναν, με τις αντίστοιχες συνέπειες, αφορούσαν τους εξής τομείς:

ü      Κοινωνική ασφάλιση: υπήρξαν αλλαγές όσον αφορά τις εισφορές των εργαζομένων, που αυξήθηκαν, αλλά και το συνταξιοδοτικό σύστημα, όπου υπήρξαν αλλαγές αφ’ ενός στους όρους συνταξιοδότησης (αύξηση στα όρια ηλικίας και τα έτη εργασίας) και αφ’ ετέρου στα χρηματικά ποσά που δικαιούνται οι συνταξιούχοι (μείωση των συντάξεων). Αυτά τα μέτρα έχουν σαν συνέπεια την μεγαλύτερη επιβάρυνση των τωρινών και μελλοντικών εργαζομένων, οι οποίοι όμως δεν θα δουν τις θυσίες τους να έχουν αντίκρυσμα, μιας και θα λάβουν σύνταξη σε μεγαλύτερη ηλικία από την παρούσα γενιά συνταξιούχων και με περισσότερα έτη εργασίας φορτωμένα στην ‘’πλάτη’’ τους. Επίσης, οι τωρινοί συνταξιούχοι, δέχονται μια κοινωνικά άδικη μείωση των συντάξεων τους, μιας και είχαν μοχθήσει στον εργασιακό τους βίο γνωρίζοντας, τότε, ότι θα λάβουν μια καλύτερη σύνταξη από την διαμορφωθείσα.

ü      Προνοιακά επιδόματα: οι αλλαγές επικεντρώθηκαν στην μείωση των χρηματικών ποσών που δίνονται στους δικαιούχους, την τροποποίηση του τρόπου καταβολής τους, καθώς και στα κριτήρια με τα οποία χορηγούνται τα επιδόματα. Το αποτέλεσμα είναι η αποδυνάμωση των ευαίσθητων ομάδων του πληθυσμού, αφ’ ενός με την μείωση του εισοδήματος τους και αφ’ ετέρου, με την μείωση των δικαιούχων.

ü      Στέγαση: υπήρξε αδρανοποίηση και τελικά κατάργηση του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (ΟΕΚ), που χορηγούσε δάνεια και κατοικίες με ευνοϊκούς όρους αποπληρωμής. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα αφ’ ενός τον μαρασμό του οικοδομικού κλάδου και αφ’ ετέρου την δυσχέρεια της μέσης οικογένειας να αποκτήσει το δικό της σπίτι.

Όσον αφορά τις υπηρεσίες σε είδος, οι κυριότερες αλλαγές εντοπίζονται στα ακόλουθα:
ü      Παροχές ΕΣΥ: υπήρξαν ανακατατάξεις στο προσωπικό του ΕΣΥ, που μείωσαν την ποιότητα αλλά και την ποσότητα των παρεχομένων ιατρικών υπηρεσιών, καθώς και αλλαγές στην συμμετοχή των ασφαλισμένων στα έξοδα της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης τους, που οδήγησε σε περεταίρω επιβάρυνση τους

ü      Υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας: δημιουργήθηκαν προβλήματα στην λειτουργία και την βιωσιμότητα των διαφόρων φορέων που παρέχουν αυτές τις υπηρεσίες. Μειώθηκαν τόσο τα ποσά των παροχών, όσο και οι δικαιούχοι τους.

ü      Παιδεία: υπήρξαν αλλαγές που αφορούσαν κυρίως τον προϋπολογισμό που διατίθεται στο εκπαιδευτικό σύστημα, με φυσικό επακόλουθο να εμφανιστούν πολλές δυσλειτουργίες, που αφορούσαν είτε την έλλειψη εκπαιδευτικού υλικού (βιβλίων), είτε την ανεπάρκεια διδακτικού προσωπικού.

Οι συνέπειες της πολιτικής των Μνημονίων στην ζωή των πολιτών


Μια ματιά στην καθημερινότητα

Αντί επιλόγου, καλύτερα θα ήταν να ρίξουμε μια ματιά στην καθημερινότητα, όπως έχει διαμορφωθεί μετά από 5 χρόνια κρίσης χρέους και 3 Μνημόνια. Σε αυτήν την προσπάθεια, θα μας βοηθήσει το ακόλουθο άρθρο της ενημερωτικής ιστοσελίδας tvxs.gr. Θεωρούμε την εξαγωγή περαιτέρω συμπερασμάτων περιττή...

Συντριπτικές οι κοινωνικές συνέπειες του Μνημονίου[5]
Σοκαριστικά είναι τα στοιχεία από την πρώτη έρευνα για τις κοινωνικές συνέπειες του Μνημονίου Συνεργασίας με την τρόικα των δανειστών της Ελλάδας, που πραγματοποίησε το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Σύμφωνα με την έρευνα, ο ένας στους έντεκα κατοίκους του νομού Αττικής ζει σε συνθήκες ανέχειας και πλέον στρέφεται σε συσσίτια για να επιβιώσει. Παράλληλα, όπως αποκαλύπτει το σημερινό Έθνος, πάνω από το 30% των κατοίκων της Αττικής αδυνατούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους.
Από τα στοιχεία της έρευνας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, που βασίστηκε σε απαντήσεις 1.200 κατοίκων της Αττικής, συνάγεται ότι ένας στους 11 κατοίκους του νομού άνω των 18 ετών, ή αναλογικά σχεδόν 400.000 άνθρωποι, ζουν στην ανέχεια και στρέφονται συχνά για βοήθεια σε ιδρύματα κοινωνικής μέριμνας, σε εκκλησίες ή σε δημόσιες υπηρεσίες αλληλεγγύης (σ.σ. συσσίτια δήμων, κοινωνικά παντοπωλεία, δωρεάν παροχές σε είδος, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη κ.ά.).
Παράλληλα, ενώ η οικογένεια επιφορτίζεται με όλο και μεγαλύτερα οικονομικά βάρη -με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται οι ηλικίες 45-59 ετών- σχεδόν 4 στους 10 πολίτες απευθύνονται συχνά για οικονομική βοήθεια εκτός του στενού οικογενειακού τους περιβάλλοντος, ενώ περίπου 800.000 άτομα (17%) έχουν στραφεί στην «ανταλλακτική οικονομία» και στην αλληλοϋποστήριξη. Ο ίδιος αριθμός πολιτών έχει αναγκαστεί να ξεπουλήσει το τελευταίο διάστημα οικογενειακά κειμήλια προκειμένου να τα βγάλει πέρα.
Από τη δημοσκόπηση που διενεργήθηκε υπό την εποπτεία του προέδρου του τμήματος Στατιστικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου, Επαμεινώνδα Ε. Πανά, γίνεται σαφές ότι η οικονομική κρίση προκαλεί μεγάλες αλλαγές στον τρόπο ζωής και στις καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων, ενώ σταδιακά μεταλλάσσεται σε κοινωνική κρίση με θύματα τις πιο ευάλωτες ομάδες. Όπως προκύπτει από την έρευνα, περισσότεροι από 7 στους 10 έχουν στραφεί πλέον στο σπιτικό φαγητό για να εξοικονομήσουν χρήματα. Περισσότερο έχουν στραφεί στο σπιτικό φαγητό οι ερωτηθέντες ηλικίας 45-59 ετών (52% απάντησαν: σε συνεχή βάση) ενώ λιγότεροι οι νεότεροι (34%).
Σύμφωνα με τα στοιχεία, οι περισσότεροι πολίτες πλέον ξοδεύουν λιγότερα για ψώνια και για τρόφιμα, υποκατέστησαν με φτηνότερα προϊόντα αυτά στο καθημερινό τραπέζι τους, σταμάτησαν να βγαίνουν για ψυχαγωγία ενώ άρχισαν να μετακινούνται περισσότερο με τα δημόσια μέσα μεταφοράς, για να αποφύγουν τα έξοδα των καυσίμων. Το «έξω» έχει περιοριστεί δραστικά καθώς πάνω από το 54% απαντούν ότι μένουν συνεχώς μέσα, ενώ συνολικά το 77% των πολιτών επιλέγει να μη βγει έξω για να μην ξοδέψει χρήματα. Οι μισοί εργαζόμενοι, οι μισοί άνεργοι και πάνω από το 70% των νοικοκυρών απάντησαν ότι δεν βγαίνουν πλέον από το σπίτι. Σχεδόν 9 στους 10 συνταξιούχους απάντησαν ότι μένουν περισσότερο σπίτι για οικονομία.
Πολλοί αναγκάστηκαν να αλλάξουν μόνιμο τρόπο διαμονής ακόμη και να φύγουν στο εξωτερικό, ενώ όλο και περισσότεροι καταφεύγουν στην οικογένεια για οικονομική στήριξη, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η ανάγκη πρόσθετης εργασίας για την ενίσχυση του οικογενειακού εισοδήματος. Το 17% των ερωτηθέντων είπε ότι έχει κάποιο μέλος της οικογένειάς του που αποφάσισε να αλλάξει μόνιμο τόπο διαμονής ώστε να αντεπεξέλθει στην οικονομική κρίση.
Σχεδόν 3 στους 10 χρειάζονται (είτε «συνεχώς» είτε «μερικές φορές») να αναζητήσουν οικονομική βοήθεια και εκτός οικογένειας. Το ποσοστό αυτό ξεπερνά το 20% για τους νεότερους, το 33% για τα άτομα ηλικίας από 30 έως 59 ετών, ενώ είναι χαμηλότερο (25,4%) για τους άνω των 60 ετών. Τη μεγαλύτερη ανάγκη για οικονομική στήριξη από φίλους, γνωστούς ή άλλες πηγές φαίνεται μάλιστα να την έχουν οι εργαζόμενοι (50%) και οι άεργοι.
Η μεγάλη πλειονότητα πάντως (77%) απάντησε αρνητικά στο ερώτημα αν χρειάστηκε να απευθυνθεί για οικονομική βοήθεια σε κάποια υπηρεσία του Δημοσίου, σε εκκλησίες ή σε ιδρύματα κοινωνικής μέριμνας. Σε τόσο δεινή θέση βρίσκεται το 8,7% των ερωτηθέντων (σε συνεχή βάση, αρκετές φορές και ελάχιστες φορές), ωστόσο συνολικά το 23% που το «σκέφτεται» ή καταφεύγει σ' αυτή τη λύση.
Η έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου έγινε τηλεφωνικά στην Αττική από τις 20 έως τις 27 Σεπτεμβρίου σε δείγμα 1.200 ατόμων, ηλικίας από 18 ετών και πάνω. Ρωτήθηκαν εργαζόμενοι, άνεργοι, επιχειρηματίες αγρότες, φοιτητές, συνταξιούχοι και μη εργαζόμενοι. Οι περισσότεροι χαρακτήρισαν την οικονομική τους κατάσταση δύσκολη (42,9%) και πολύ δύσκολη (33,7%), το 14,6% «ανεκτή», ενώ μόλις το 8,8% απάντησε ότι η κατάστασή του ήταν άνετη και πολύ άνετη.

Αδυνατούμε να πληρώσουμε τους λογαριασμούς
Αδυνατεί να πληρώσει το ηλεκτρικό ρεύμα το 31,18% των Αθηναίων και το 27,62% των καταναλωτών σε όλη την Ελλάδα, σύμφωνα με ρεπορτάζ που δημοσιεύει το Έθνος. Παράλληλα, στον ΟΤΕ εκτιμάται πως οι ανεξόφλητοι λογαριασμοί ξεπερνούν τις 500.000 ενώ θεαματικές αυξήσεις καταγράφονται στους απλήρωτους λογαριασμούς της ΕΥΔΑΠ. Σημειώνεται πως από τον Ιανουάριο το ηλεκτρικό ρεύμα αναμένεται να αυξηθεί κατά 13.7% τουλάχιστον.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας του Έθνους προκύπτει ότι:

Το 27,62% του ποσού των λογαριασμών της ΔΕΗ δεν εξοφλήθηκε τον φετινό Ιούνιο, ενώ τον αντίστοιχο μήνα του 2009 το ποσοστό ήταν 19,9%.
Συνολικά το ύψος των ανεξόφλητων χρεών των καταναλωτών (χαμηλή και μέση τάση) στη ΔΕΗ τον φετινό Ιούνιο ανερχόταν σε 373.701.936 ευρώ, επί του συνολικού ποσού του 1.352.985.297,23 ευρώ των λογαριασμών που εκδόθηκαν.

Το ποσοστό των ανεξόφλητων λογαριασμών της δεκαετίας 1988-1999 ανερχόταν μόλις στο 5% επί του συνόλου των εκδοθέντων.
Στην Αττική, το 31,18% των καταναλωτών χρωστούν στη ΔΕΗ, στον Πειραιά και στα νησιά το 26,79%, στην Κεντρική Ελλάδα το 24,69%, στην Πελοπόννησο και την Ήπειρο έχουν ανεξόφλητους λογαριασμούς της ΔΕΗ το 23,77% των καταναλωτών και στη Μακεδονία - Θράκη το 21,42% των καταναλωτών.
Καταχρεωμένοι στη ΔΕΗ νομοί, με ανεξόφλητους πάνω από το 23% λογαριασμούς, είναι στην Κρήτη το Ηράκλειο, το Ρέθυμνο και τα Χανιά, η Κοζάνη, η Κατερίνη, το Κιλκίς, οι Σέρρες, αλλά και η Ρόδος, η Κάρπαθος και άλλα νησιά.
Επιπλέον, το ρεπορτάζ αποκαλύπτει ότι ανεξόφλητες οφειλές προς τη ΔΕΗ δεν έχουν μόνον οι πολίτες αλλά ακόμα και υπουργεία, από το 1998 (!). Ανεξόφλητα χρέη έχουν τα υπουργεία Μεταφορών & Υποδομών, Εθνικής Άμυνας, Προστασίας του Πολίτη, Οικονομικών, δημοτικές επιχειρήσεις (ύδρευσης Νομού Ζακύνθου, ύδρευσης - αποχέτευσης Κοζάνης και Πτολεμαΐδας) κ.λπ.
Στο έγγραφο που περιήλθε στην κατοχή του Έθνους και το οποίο αποδεικνύει τα ανωτέρω, αναφέρεται πως αν οι συγκεκριμένες οφειλές είναι η κάθε μία άνω του ποσού των 500.000 ευρώ, αυτό σημαίνει πως υπάρχουν δεκάδες άλλα χρέη του Δημοσίου προς τη ΔΕΗ άγνωστου ποσού. Πάντως η ΔΕΗ επιδεικνύει μεγάλη επιείκεια προς τα υπουργεία και κρατικές υπηρεσίες, όπου παρά τα τεράστια χρέη δεν έχει κόψει το ρεύμα, κάτι που σπεύδει να εφαρμόσει όταν πρόκειται για πολίτες.

Σύμφωνα με τα στοιχεία «ανάλυσης χρέους» για οφειλές πελατών χαμηλής τάσης που έχει κάνει η αρμόδια διεύθυνση της ΔΕΗ και αφορούν στο 2009:
Στον Πειραιά πέρυσι η ΔΕΗ έκοψε το ρεύμα στο 23,32% των λογαριασμών εκείνων για τους οποίους είχαν εκδοθεί σχετικές εντολές.
Το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 14,9% για την Αττική, 15,72% για την Κεντρική Ελλάδα, 20,38% για την Πελοπόννησο και την Ήπειρο, και 21,42% για τη Μακεδονία - Θράκη.
Επίσης, η πτώση κατά 22% της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος τον Σεπτέμβριο σε σχέση με τον Αύγουστο (και το φετινό καλοκαίρι γενικότερα) μαρτυρεί την αδυναμία των καταναλωτών να ανταποκριθούν στα ακριβά τιμολόγια της ΔΕΗ.

Η ακρίβεια μέσα από την ασκούμενη πολιτική της κυβέρνησης προκαλεί τεράστια κοινωνικά προβλήματα, λέει ο πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ, Ν. Φωτόπουλος, με δηλώσεις του στο «Eθνος». Συγκεκριμένα, ο κ. Φωτόπουλος τονίζει: «Το θέμα που αναδεικνύεται σήμερα μέσα από τις στήλες της εφημερίδας σας αποκαλύπτει με τον πλέον παραστατικό τρόπο το πόσο δραματικά έχει επηρεάσει η οικονομική κρίση, και συγκεκριμένα τα άδικα και αντιλαϊκά μέτρα της κυβέρνησης, τη δυνατότητα του μεροκαματιάρη, του μικροσυνταξιούχου, του μικρομαγαζάτορα να καλύψει βασικές του ανάγκες.

Ήδη με αυτή την πολιτική, που ως συνήθως καλεί τα συνήθη υποζύγια να πληρώσουν τα κλεμμένα και σπασμένα άλλων και με τα όσα εξελίσσονται στον χώρο της ενέργειας, που σκοπό και στόχο έχουν την εξασφάλιση κερδών σε όσους δραστηριοποιούνται στον χώρο εκατοντάδες χιλιάδες καταναλωτές, σκέπτονται πολύ σοβαρά να ακουμπήσουν το δάχτυλο στον διακόπτη. Εάν η κυβέρνηση δεν κατανοήσει ότι η πολιτική της δημιουργεί εκατοντάδες χιλιάδες απελπισμένους, δυστυχισμένους και κοινωνικά αποκλεισμένους και ότι το ρεύμα είναι κοινωνικό αγαθό και πρέπει να μπορεί να το απολαμβάνει και ο πιο φτωχός καταναλωτής, σε λίγο οι εκατοντάδες χιλιάδες καταναλωτών που αδυνατούν να κάνουν χρήση θα έχουν γίνει εκατομμύρια.
Για τη ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ το ρεύμα είναι κοινωνικό αγαθό και ως τέτοιο δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως ένα οποιοδήποτε προϊόν που μέσω αυτού θα κερδοσκοπούν ιδιωτικά συμφέροντα. Όταν στα κοινωνικά αγαθά υπεισέρχεται η λογική του κέρδους, τότε είναι μοιραίο ότι αυτό το κέρδος κάποιοι θα κληθούν να το πληρώσουν και αυτοί οι κάποιοι δεν είναι άλλοι από τους καταναλωτές.

Βιβλιογραφία





[2] Βασισμένο στις σημειώσεις του καθηγητή κ. Θ. Κατσανέβα για το μάθημα ‘’Οικονομική της εργασίας’’, από το e-class.
[3]Βασισμένο στην ετήσια έκθεση της ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ για την ελληνική οικονομία και απασχόληση (http://www.inegsee.gr/sitefiles/studies/EKTHESH_13.pdf, κεφάλαιο 9.1) και στο λήμμα της Wikipedia για την κρίση χρέους (http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%95%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE_%CE%BA%CF%81%CE%AF%CF%83%CE%B7_%CF%87%CF%81%CE%AD%CE%BF%CF%85%CF%82_2010-2012)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου